ΤΟ ΧΕΙΡΟΤΕΡΟ ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΜΟΥ
Είναι πολλά που με απασχολούν, έχω ένα σωρό στο κεφάλι μου.
Πέρασα ένα πολύ άσχημο καλοκαίρι. Μέσα στην απόλυτη απραγία. Δεν έκανα τίποτα. Μονάχα χάζευα στο ίντερνετ και έκανα μερικές δουλειές όπως να πάω τράπεζα ή σουπερ-μαρκετ ή να πάω βόλτα το σκύλο. Δεν είχα όρεξη ούτε να διαβάσω ένα περιοδικό. Για μπάνιο δεν πήγαινα. Δεν είχα όρεξη για κολύμπι ούτε καν να βραχώ. Νομίζω ότι μισώ τη θάλασσα. Εκεί που ήμουν δεν είχα παρέες. Περνούσαν οι μέρες και εγώ δεν έκανα τίποτα. Πήγα και ταξίδι λίγες μέρες σε ένα νησί και ούτε εκεί πέρασα καλά.
Καθόμουν μόνος για ώρες και σκεφτόμουν, σκεφτόμουν, σκεφτόμουν...Έκανα αρνητικές σκέψεις...παρότι διάβαζα βιβλίο για τη θετική σκέψη, δεν εφάρμοζα όσα έλεγε. Το μυαλό μου κολλούσε στα αρνητικά. Αλλά ρε πούστη μου, πως να σκεφτώ θετικά; Να μου συνέβαινε κάτι καλό και θα σκεφτόμουν θετικά. Αλλά πως; Δεν είχα παρέες, δεν έκανα κάτι δημιουργικό, δεν δούλευα, σκεφτόμουν όλα τα άσχημα του παρελθόντος, δεν ήξερα τι θα κάνω απο τη νέα χρονιά και ακόμα δεν ξέρω. Αυτή η αναποφασιστικότητα η ανασφάλεια και η απραγία με διέλυσε. Πραγματικά πέρασα το χειρότερο καλοκαίρι της ζωής μου και δεν υπερβάλλω.
Με ενοχλούσαν όλα. Το γάβγισμα του σκύλου μου, οι επαναλήψεις της τιβι, τα φαγητά της γιαγιάς μου. Καθόμουν και σκεφτόμουν συνέχεια τι δουλειά θα μπορούσα να κάνω, τι δουλειά δε θα μπορούσα να κάνω. Με έπιανε άγχος αν δε μου αρέσει η δουλειά, αν δε με εκφράζει, αν ο εργοδότης με απορρίψει επειδή δεν έχω δουλέψει μέχρι τα 25 και παράτησα το πανεπιστήμιο. Η μια αρνητική σκέψη διαδεχόταν την άλλη. Για όλα τα θέματα. Επαγγελματικά, προσωπικά. Μίσησα τον εαυτό μου όσο ποτέ άλλοτε.
Δεν έβρισκα πια ενδιαφέρον σε αυτά που έβρισκα πριν. Παλιά με ευχαριστούσε να έπαιρνα ένα περιοδικό να το διαβάζω. Μετά σκεφτόμουν τι νόημα έχει; Έβλεπα τιβι και όλα μου φαίνονταν αηδίες. Άρχισα να σκέφτομαι ότι δεν αξίζει να βλέπει κανείς τιβι. Αυτό που λένε κάποιοι "η ζωή είναι εκεί έξω" μου φάνηκε σαν μια αλήθεια που με πονούσε πολύ. Θυμάστε το τελευταίο επεισόδιο του πάρα πέντε; Η Αμαλία έλεγε κάτι σαν "έζησες όλη σου τη ζωή μπροστά από την τηλεόραση. κλείσε την. ζήσε". Κάτι τέτοιο. Μου αρέσει πολύ η τηλεόραση. Έχω μεγαλώσει με την τηλεόραση, περνάω συνήθως καλά βλέπωντας τηλεόραση, αλλα αυτό το Καλοκαίρι τη μίσησα με όλη μου την καρδιά. Άρχισα να θεωρώ ότι είναι πολύ pathetic να κάθεσαι μπροστά από μια οθόνη να βλέπεις ό,τι βλακεία υπάρχει.
Ήθελα να κάνω κάτι δημιουργικό. Κάτι δικό μου. Πρώτη φορά ένιωσα τόσο πολύ αυτή την ανάγκη. Όμως τι; Πως; Δεν είχα όρεξη. Δεν είχα παρέες. Θα ήθελα να φτιάχνω δικά μου βίντεο. Θα ήθελα να έχω φίλους που να ασχολούνται με αυτό. Δεν είχα όρεξη ούτε να γράψω κάτι στο μπλογκ. Σκεφτόμουν μόνο όσα θα μπορούσα να κάνω και δεν κάνω. Και αυτό με βασάνιζε. Άρχισα να αναζητώ τα παλιά μου πράγματα. Τα παλιά cd μου, τα παλιά βιβλία μου, τα παλιά τετράδια μου. Δεν υπήρχε τίποτα. Θα ήθελα να τα έχω τόσο πολύ και υπέφερα που δεν τα είχα.
Η σκέψη ότι αν στο παρελθόν έκανα άλλες επιλογές τώρα τα πράγματα θα ήταν καλύτερα, ήταν πολύ βασανιστική. Με ακινητοποιούσε. Με διέλυε. Είναι σα να μου ρουφούσε όση ενέργεια μου είχε μείνει. Και τότε ήθελα απλά να ξαπλώσω στο κρεβάτι, γιατί δε μπορούσα να κινηθώ και δεν ήθελα να σκέφτομαι. Ήθελα όσο ποτέ να είμαι κάποιος άλλος. Ξέρετε πόσο άσχημο είναι αυτό; Μισούσα τον εαυτό μου. Πραγματικά τον μισούσα. Τα έβαλα και με το Θεό.
Ζήλευα όσους είχαν πράγματα που δεν είχα εγώ ή όσους έκαναν πράγματα που δεν έκανα εγώ. Και αυτή η ζήλια ήταν αφόρητη.
Πραγματικά δε μπορώ να συνεχίσω να ζω έτσι. Αυτά που πέρασα αυτό το Καλοκαίρι, δεν πρέπει και δε θέλω να τα ξαναπεράσω ποτέ.