Γενικώς βαριέμαι (σκέψεις)
Βαριέμαι. Πολύ. Όλα είναι βαρετά. Δεν μπορώ να συγκεντρωθώ. Δε μπορω να διαβάσω βιβλίο ή να δω ταινία. Δε με ενδιαφέρει τι γίνεται στη πλοκή και φοβαμαι πως η υπόθεση θα μου θυμίσει πράγματα που θα με στενοχωρήσουν. Τα πάντα μου θυμίζουν κάτι-αν και δε θα έλεγα πως έχω εμπειρίες. Δεν κάνω τίποτα όλη μέρα. Εκνευρίζομαι όταν ξημερώνει. Ξαπλώνω και περνάνε ώρες. Δεν υπάρχει κάτι που να θέλω να κάνω. Πραγματικά, τίποτα. Κανενας δε θέλει να μου μιλήσει. Νομίζω αυτό είναι το πιο στενάχωρο για μένα. Όλοι φαίνονται ρομπότ, μη πραγματικοί. Φιγούρες. Αδυνατώ να τους δω σαν ανθρώπους με πραγματικές ζωές και συναισθήματα. Ακούω κάποιον να γελά, και νιώθω αποστροφή, πώς μπορούν να γελούν με τόσο ρηχά πράγματα; Πώς μπορούν να επαναλαμβάνουν τόσο ρηχά πράγματα; Μερικές φορές δεν αντέχω τους ήχους, είναι σαν να πέφτουν όλοι μαζί γύρω γύρω. Μένω συνεχώς πίσω. Δε θέλω να προχωρήσω πουθενά. Έχω εμμονή με το παρελθόν. Πχ πρέπει να πάω κάπου που πήγαινα μόνο με κάποιον συγκεκριμένο άνθρωπο (και αυτό δεν είναι δυνατόν πια) ή μόνη μου, δε θέλω με τίποτα να πάω, είτε μόνη μου ειτε με κάποιον άλλον άνθρωπο, και αν πάω, νιώθω τρομερά άρρωστη. Ή έκανα κάτι μία συγκεκριμένη περίοδο της ζωής μου που τα πράγματα ήταν διαφορετικά, αν πρέπει να το ξανακάνω στο παρόν θα νιώσω πάλι άρρωστη. Ή αν είχα συζητήσεις συγκεκριμένες με κάποιον, και επαναληφθούν με κάποιον άλλον, τα ίδια λόγια, πάλι θα νιώσω άρρωστη. Το ίδιο με ανθρώπους. Αν μιλούσα με κάποιον, μετά ένιωθα άρρωστη να προσπαθήσω να μιλήσω με κάποιον άλλον. Αν είχα χάσει ένα φίλο, μετά δε μπορούσα ποτέ ξανά να έχω άλλο. Αν είχα ακούσει κάποιες λέξεις από κάποιον άνθρωπο, απλά δε μπορούσα να ακούσω τις ίδιες λέξεις από άλλους. Ακόμη και με τραγούδια, νιώθω άρρωστη να ακούσω ένα τραγούδι που άκουγα κάποιες άλλες στιγμές. Πραγματικά, δεν μπορώ να κάνω τίποτα εξαιτίας αυτού. Με στοιχειώνουν οι αναμνήσεις. Δε θέλω και δεν μπορώ να αντικαταστήσω στιγμές και ανθρώπους. Έχω κάποια προβλήματα υγείας, αλλά δε θέλω να τα αντιμετωπίσω. Βαριέμαι αφόρητα, είναι κουραστικό, και δε βλέπω το λόγο. Να τα αντιμετωπίσω για να κάνω τι; Δε μου αρέσουν οι σπουδές μου, που είναι σε έναν πολύ χαρούμενο τομέα, αλλά ούτε κάποιος άλλος τομέας. Το να ζω μόνο και μόνο για να κάνω κάτι που δε μου αρέσει είναι meh. Όλα είναι αφόρητα ρηχά.
Αυτά.