Γιατί είναι έτσι τα βιβλία;
Διαλέγω βιβλία όσο γίνεται που διαβάζοντας την πλοκή, προϊδεάζει πως δεν ασχολείται με ρομαντικά πράγματα και σχέσεις. Με αηδιάζουν; Μου θυμίζουν όσα στερήθηκα; Μου θυμίζουν τις τελευταίες μου συναντήσεις; Όλα; Όλα.
Ξεκίνησα με το σπίτι δίπλα στο ποτάμι της Μαντά, που το βρήκα στη βιβλιοθήκη του νοσοκομείου. Έπεσα έξω. Όλα όσα διάβασα ήταν με έρωτες. Και έρωτες. Και άλλους έρωτες. Και μετά τους έρωτες της άλλης αδερφής. Και όλη η ζωή άλλαζε μόνο μέσα από τους έρωτες. Και μου την έδωσε που κάθε τρεις και λίγο περιέγραφε πως κοιμόντουσαν μαζί. Λέω όχι πάλι, έλεος. Και έγραφε περιστατικά που εμένα μου κάλεσαν την αστυνομία, αυτοί στο βιβλίο ήταν παραβατικοί και αντί να τους καλέσουν αστυνομία, τους ερωτευόντουσαν κιόλας. Το "όχι" σήμαινε θα επιμένω και θα πάω εκεί που μου είπαν να μην πάω και θα κάνω έρωτα με το άλλο πρόσωπο και Ω, θα με θέλει. Μαντά, δεν πάει έτσι, οκ;
Ε δεν το συνεχισα. Και πήρα ένα άλλο που ήταν με μια μακιγιέζ νεκρών, και πάλι είχε έρωτες. Αλλά όχι σε αυτόν τον βαθμό, και ασχολήθηκε με άλλα θέματα πιο πολύ. Το συμπάθησα.
Και πιάνω το άλλο, και ενώ η περιγραφή δεν δείχνει ίχνος για έρωτες, είναι χειρότερο από την Μαντά στις περιγραφές. Και ακολουθεί το ίδιο μοτίβο, η κοπέλα λέει όχι, το αγόρι δεν το σέβεται, πάει σπίτι της, της χτυπάει το κουδούνι ξανά και ξανά, και οπ, ξαφνικά κοιμούνται μαζί ενώ είπε όχι, και η κοπέλα δια μαγείας αλλάζει το όχι, σε σχέση μαζί του και "έρωτα" όλη νύχτα. Το αγόρι που ήταν μαύρο χάλι μετά τις απορρίψεις από την κοπέλα, πλέον ήταν μαζί της και πολύ καλά, και η κοπέλα ξαφνικά χωρίζει το αγόρι της και κάνει σχέση με εκείνον και είναι και εκείνη χαρούμενη.
Λέω τι στον αγύριστο. Δεν πάει έτσι. Έπρεπε να μείνει χάλια, γιατί έτσι χάλια και πονεμένος μένεις στην πραγματικότητα, και ο άλλος δεν σε θέλει ούτε επειδή επιμένεις, ούτε επειδή του το "επιβάλεις".
Δεν θέλω να το συνεχίσω ούτε αυτό.
Είναι λες και χτυπάνε εκεί που πονάει.
Τι σκέφτονται όταν γράφουν αυτές τις πλοκές; Επαφή με την πραγματικότητα έχουν;