Απουσίες, πένθος, ευγνωμοσύνη και αποστάσεις.
Αυτή την 25η του μήνα δεν τη στόλισα με κανένα λαμπιόνι, ούτε βαμβάκι-χιόνι, γιατί απλά έτσι νιώθω.
Πένθος, μέσα, χωρίς κορδελάκια, φρου-φρου και αρώματα. Ούτε κόκκινο. Αυτό στα μάτια μόνο.
Ωστόσο, σήμερα, δεν ήθελα να μείνω μόνη στο σπίτι όπως μου βγαίνει τον περισσότερο καιρό τώρα τελευταία. Ένιωσα πως θέλω πραγματικά να είμαι με κάποιους από αυτούς τους λίγους που αγαπώ και μ’ αγαπούν. Εκεί, με τη μάνα και τον αδερφό μου, μαζί και οι απουσίες, οι δικές μου, οι δικές τους, πιο παρούσες από ποτέ. Εκεί που παρά τη θλίψη και τον πόνο υπάρχει ακόμα και ζεστασιά.
Μετά το φαγητό, στο πατρικό μου, σκεφτόμουν πολλά από όλα εκείνα που ήταν κάποτε, που δε θα είναι άλλο πια από δω και πέρα, και παρά τη βαριά διάθεση κάπου μέσα σε όλο αυτό ένιωσα και μια ευγνωμοσύνη. Που έζησα όλα αυτά που τώρα θυμάμαι. Αλλά και για το εδώ και τώρα. Που αυτή η ζεστασιά γλύκανε έστω και τόσο λίγο το γενικότερο ψύχος και την απώλεια μετά τους νωπούς ακόμα αποχωρισμούς, το θάνατο του πατέρα μου, τη σχέση μου που τέλειωσε.
Και συγκινήθηκα. Συγκινήθηκα ακόμα και μ’ αυτή την άχνη ζάχαρη που κόλλησε στα δάχτυλα.
Ένιωσα πως θέλω να πω ευχαριστώ
σ’ εκείνον, που εδώ ποτέ ξανά, οριστικά και αμετάκλητα. Για όλη την αγάπη.
Παρά τα όποια λάθη, δικά του και δικά μου.
Για όλα αυτά τα σπουδαία που μου έμαθε. Που δε μου ζήτησε ποτέ και με κανένα τρόπο να γίνω κάτι άλλο από αυτό που είμαι. Για όλη την αγάπη.
Δεν ξέρω αν το έδειξα αρκετά όσο ήταν ακόμα εδώ, όμως αυτό το αρκετά αισθάνθηκα σήμερα πως ίσως και να μην έχει σημασία, γιατί ξέρω πως τουλάχιστον ένιωσε κι αυτός αγάπη από τη δική μου τη μεριά.
Το βράδυ επέστρεψα σπίτι μου και πάλι κουρασμένη. Κάποιοι φίλοι περίμεναν να πάω σπίτι τους, να βρεθούμε. Ενημέρωσα πως ούτε και απόψε θα μπορέσω. Η αλήθεια είναι πως τους έχω στην καρδιά μου και μου έχουν λείψει. Νιώθω όμως εξαντλημένη και μακρυά από την όποια ιδέα συνάντησης. Μου είπαν για ακόμη μια φορά πως δεν πρέπει να απομονώνομαι. Σκέφτηκα για ακόμη μια φορά πως δεν αντέχω άλλο πια να βαστάω ‘πρέπει’. Όπως νιώθω.
Όπως τώρα, που ένιωσα την ανάγκη να μιλήσω και μονορούφι έγραψα όλα αυτά.