αχαχαχα ποτε γινονται οι σχεσεις συμβιβασμος?τι ειναι να συμβιβαζεσαι?
Printable View
Ομολογώ πως δεν καταλαβαίνω.όλων των ειδών οι ανθρωπινες σχέσεις έχουν συμβιβασμούς...
Xαχα να μην έχει μάνα!!Κοιλίτσα γιατί θέλεις?Δεν θες κοιλιακούς??
Επιδή έγινες πολύ ακριβής θα αναφερω και γω περισσοτερες απαιτήσες μου.Θελω η γυναικα μου να μην απαιτει να ζει απο τα δικα μου λεφτα αλλα να παει να δουλεύει,θελω να μην ειναι βαρεμένη αλλά να γυμναζομαστε καθημερινα μαζι,θελω να ειναι αδύνατη με στήθος pamela andersson (και αν δεν το χει,πληρωνω δωρεαν πλαστικη),να μην παιρνει ποτέ κιλάκια (είπα να γυμναζεται),να θέλει σεξ όποτε μου σηκώνεται,θελω να ΜΗΝ θέλει γάμο με εκκλησίες και πανηγυρια και γενικώς αυτά.Δεν με ενδιαφερει αν εχει μάνα ή πατερα.
γιατι?εξηγησε μου το λογο που πρεπει να συμβιβαζομαστε με κατι που δεν μας αρεσει..
Δεν με καταλαβες, ίσως δεν το έθεσα σωστά, αν δεν σου αρέσει κάτι το αλλάζεις. Απλά δεν πιστεύω ότι θα βρείς ποτέ το τέλειο. Αν δεν κάναμε συμβιβασμούς θα ήταν ο καθένας μόνος του.
οχι πια συμβιβασμοι, μονο συμφωνιες. Η σχεση δε μπορει να ειναι καλη και να διατηρειται βασισμενη σε συμβιβασμους/παραχωρησεις, γιατι τοτε το ατομο δεν ειναι ευτυχισμενο μεσα στη σχεση και καποτε θα κανει μπαμ, θα φορεσει κερατο, θα σηκωθει να φυγει, θα βγαλει ψυχολογικα. Καλο ειναι να συζηταμε, να εξηγουμε, και να συμφωνουμε στο τι θελουμε ο ενας απο τον αλλο για να ειμαστε ευτυχισμενοι.
Προτιμάς να συναναστρέφεσαι με αυτούς που κάνεις τους λιγότερους.... Μήπως είναι σκόπιμο να ξεκουραστείς για λίγο... ή μήπως είσαι πολύ υποχωρητική; Υποχωρήσεις σε μια σχέση οφείλουν να κάνουν όλες οι πλευρές...
συμβιβασμοί, συμφωνίες... παίζουμε με τις λέξεις!
αν ξερεις ελληνικα εχουν μεγαλη διαφορα αυτες οι δυο λεξεις. δεν ειναι παιχνιδι. το συμβιβαζομαι εχει μεσα του το παραχωρω, το οτι δεχομαι κατι λιγοτερο απο αυτο που θελω, το συμφωνω κρυβει την διεκδικηση και την ισοτιμια.
purple rain σε βλέπω σε μια δεκαετία να βάζεις θέμα στο φόρουμ "30χρονος παρθένος, help!"
Δεν μου αρέσει αυτό που κάνεις:
συμβιβασμός ο : 1.εξομάλυνση ή άρση των διαφορών που χωρίζουν δύο άτομα ή δύο ομάδες ατόμων, με αμοιβαίες υποχωρήσεις: Έκανε ένα συμβιβασμό και δέχτηκε να του παραχωρήσει το σπίτι, για ορισμένο όμως διάστημα. Δείχνει διάθεση συμβιβασμού. Δε δέχτηκε να γίνει ~ και κατέφυγε στο δικαστήριο. Ήρθε σε συμβιβασμό με την εφορία και πέτυχε τη μείωση του φόρου. || Δικαστικός ~, δικονομική ενέργεια με την οποία επιτυγχάνεται ο διακανονισμός μιας αστικής, εμπορικής ή άλλης διαφοράς. 2. παραίτηση από θεμιτές διεκδικήσεις ή υποχώ ρηση από ηθικές αρχές για προσωπικό όφελος: Δεν έκανε ποτέ συμβιβασμούς στη ζωή του.
συμφωνία η : 1α.κατάσταση που είναι αποτέλεσμα της ταυτότητας απόψεων και αντιλήψεων δύο ή περισσότερων ατόμων. ANT διαφωνία1: Yπάρχει απόλυτη ~ των μελών της εταιρείας για την τακτική που πρέπει να ακολουθήσουν. Είναι δύσκολο να υπάρχει ~ σε δύο τόσο διαφορετικούς χαρακτήρες. β. ταυτότητα ή αντιστοιχία ανάμεσα σε δύο ή σε περισσότερες ενέργειες ή απόψεις που προέρχονται από το ίδιο ή από διαφορετικά πρόσωπα. ANT ασυμφωνία: ~ μεταξύ θεωρίας και πράξης. Δεν υπάρχει ~ ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη κατάθεση του μάρτυρα. Οι πράξεις του δε βρίσκονται σε ~ με τις ιδέες του, βρίσκονται σε αντίθεση. ~ χαρακτήρων. || (γραμμ.) ~ των όρων της προτάσεως, κατά την οποία τα κλιτά μέρη της βρίσκονται σε σχέση μεταξύ τους ως προς το πρόσωπο, το γένος, τον αριθμό και την πτώση. ~ χρόνων, η αντιστοιχία των χρόνων της εξαρτημένης πρότασης σε σχέση με την κύρια. 2α. πράξη με την οποία δύο ή περισσότερα πρόσωπα δέχονται να ρυθμίσουν ένα ζήτημα που αφορά τις μεταξύ τους σχέσεις: Προφορική / γραπτή ~. Kάναμε ~ να με πληρώσει τοις μετρητοίς. Yπογράφω / κλείνω / αθετώ / παραβιάζω / χαλάω μια ~. Kαταλήγω σε ~. Έρχομαι σε ~ με κπ. || συνεννόηση (με κάποιους όρους), που αφορά προσωπικές, καθημερινές σχέσεις: Kάναμε τη ~, πρώτα να διαβάσεις και μετά να παίξεις. || (έκφρ.) με τη ~ να / ότι , με τον όρο, με την προϋπόθεση: Θα αναλάβω τη δουλειά με τη ~ ότι θα πληρωθώ προκαταβολικά. Θα σε περιμένω με τη ~ ότι δε θα αργήσεις. β1. στο διεθνές δίκαιο, συνθήκη μεταξύ κρατών που κανονίζει ζητήματα δευτερεύουσας συνήθ. σημασίας: Σύναψη / ανανέωση / κατάργηση συμφωνίας. β2. το έγγραφο όπου διατυπώνεται η παραπάνω συμφωνία: Yπογραφή συμφωνίας. || (έκφρ.) συμφωνία κυρίων, που συνάπτεται και εφαρμόζεται χωρίς να ακολουθηθούν οι συνηθισμένες και συνήθ. χρονοβόρες διαδικασίες που προβλέπονται, και με επέκταση, συμφωνία κυρίως προφορική που στηρίζεται στην καλή πίστη των συναλλασσομένων. 3. αρμονία: ~ χρωμάτων / ήχων. || στην αρχαία ελληνική μουσική, η συνήχηση δύο φθόγγων που παράγει έναν ευχάριστο ήχο. ANT διαφωνία2α.
Δεν έπρεπε να απαντήσω έτσι αλλά μου την δίνουν οι φράσεις "αν ξερεις ελληνικα"... Οποιαδήποτε αντίρρηση είναι ευπρόσδεκτη