Ο πολεμος τελειωσε αφηνοντας συντριμια. Οπως συνεβη σε πολλους ανθρωπους ο θανατος και η καταστραφη με απελευθερωσαν απο ολα. Για πρωτη φορα μετα απο χρονια εμεινα χωρις σημειο αναφορας, χωρις υποχρεωσεις.
Μετα απο μερικες μερες ενιωθα να καταπιεζομαι απο την ελευθερια. Δεν ηξερα τι να την κανω. Μπορουσα να ερχομαι και να φευγω οποτε ηθελα, μπορουσα να κανω οτι θελω, και για το λογο αυτο δεν εκανα τιποτα. Αισθανομουν χαμενος αναμεσα στα σπιτια και τους ανθρωπους, η κουραση με καταβροχθιζε.
Συνηθιζα να βγαινω στο δρομο σκοπευοντας να επισκεφτω καποιον γνωστο, αλλα στο δρομο μετανιωνα και αμφισβητουσα τη σημασια και το νοημα της επισκεψης.. Επαιρνα μια κατευθυνση αλλα μετα απο λιγο βρισκομουν απελπισμενος απο ολα, καταπιεσμενος απο την ελευθερια επιλογης που μου δινοτανε. Περναγανε οι μερες και ουτε διαβαζα ουτε επαιζα με το βιολι μου. Ηθελα να επιθυμησω κατι. Κατι να με νοιαζει. Αλλα τιποτα στη ζωη μου δεν ηταν αρκετα αγαπητο ουτε και μισητο.
Μια μερα, σκεφτηκα οτι δεν εχω αλλη εναλλακτικη απο το θανατο, και τοτε αποφασισα να κλειστω στη φυλακη μου. Μεσα σε αυτην η καρδια μου θα εβρισκε ανακουφιση, οπως ειχε συμβει τοσες φορες. Η φυλακη μου βρισκοταν σε εναν κεντρικο δρομο της πολης. Ανοιξα με το κλειδι την κλειδαρια και η πορτα ετριξε. Μπηκα γρηγορα μεσα και εκλεισα την πορτα. Ηρεμια με κυριευσε, και τα αβεβαια βηματα μου εγιναν σιγουρα παλι. ΠΛησιασα τα καγκελα του παραθυρου, και με χερια που ετρεμαν απο ευτυχια αγγιξα τα σιδερα και πεταξα το κλειδι στο δρομο. Μετα καθισα στο τραπεζι. Το μονο που ελειπε απο τη ζωη μου τωρα ηταν ενα ωραριο φυλακης. Το εφτιαξα, το κολλησα στον τοιχο, και οι μερες μου αρχισαν να γεμιζουν με σιγουρια, καθως τηρουσα το ωραριο μου ευλαβεια..
Ωστοσο, μετα απο λιγο καιρο, αρχισε να μου λειπει ο κοσμος εξω.. Αρχισα να τρωω λιγο, και παρατηρησα οτι αρχισα ολοενα και περισσοτερο να ατενιζω εξω και να σκεφτομαι τον κοσμο περα απο τα καγκελα του παραθυρου μου. Δυο μηνες αργοτερα σηκωνομουν νωριτερα μονο και μονο για να κοιταξω εξω απο το παραθυρο μου. Αρχισα να αισθανομαι μια πολυ εντονη αισθηση ξεριζωμου, πολυ πιο εντονη απο πριν. Και συνειδητοποιησα, οτι στον εξω κοσμο, οι ανθρωποι εβραζαν απο ζωη, ενω εγω ημουν στη φυλακη απομονωμενος απο ολους και περικυκλωμενος απο τοιχη, που στο μεγαλυτερο μερος ειχα χτισει εγω με τα ιδια μου τα χερια.
Ποσο δυσκολο μου ηταν τελικα να αντιμετωπισω την αληθεια! Ηθελα να επιστρεψω σε ολα εκεινα που ειχα υποτιμησει: τη ζωη και τους ανθρωπους. Ηθελα να βγω, αλλα θυμηθηκα πως ειχα πεταξει το κλειδι στο δρομο. Ειδα ομως με εκπληξη οτι ηταν ακομα εκει, και διαπιστωσα οτι το μονο που ειχα να κανω ηταν να ζητησω το κλειδι της ελευθεριας μου απο καποιον περαστικο..
Στην αρχη παρακαλεσα με χαμηλη φωνη, μετα με δυνατη, και τελος φωναζοντας, αλλα κανεις δεν εδωσε σημασια στην παρακληση μου. Ο κοσμος περπατουσε βιαστικος, σαν να μην με εβλεπε, σαν να μην ηξερε πως η ελευθερια μου βρισκοταν στα χερια του..
Ποτε δεν ειχα υποφερει τοσο. Η φυλακη μου, ιδανικο καταφυγιο αλλων εποχων, με ειχε απομονωσει απο τη ζωη..
Ξαφνικα, ειδα στο δρομο μια γριουλα που περναγε διπλα απο το κλειδι μου. Αρχισα παλι να φωναζω, αλλα εκεινη δεν ακουγε. Πριν φτασει στο κλειδι, σκονταψε και επεσε στο εδαφος. Αρχισε να καλει σε βοηθεια, αλλα ο δρομος ηταν ερημος. Μονο εγω μπορουσα να τη βοηθησω. Δεν συγκρατηθηκα αλλο, ετρεξα προς την πορτα και, παρολο που ηξερα πως η κλειδαρια μου ηταν απαραβιαστη, ριχτηκα πανω της με ολο μου το βαρος. Πριν καταλαβω τι εγινε, βρεθηκα ξαπλωμενος στο πεζοδρομιο.
Η πορτα ποτε δεν ειχε κλειδωθει! Εγω ημουν που ποτε δεν ειχα προσπαθησει να την ανοιξω. Ειχα περιοριστει να ζηταω βοηθεια απεξω.. Βοηθησα τη γριουλα και εκεινη συγκινημενη μου φιλησε τα χερια και εφυγε. Ο δρομος αρχισε να γεμιζει κοσμο, καποιος μου απλωσε το χερι και τον χαιρετησα.
Αρχισα να περπαταω και θυμηθηκα οτι μου ηταν αδυνατο να κλειδωσω την πορτα της φυλακης μου απο μεσα, κι απο κει και επειτα συνειδητοποιησα πολλα πραγματα. Η πορτα της φυλακης μου ανοιξε μονο οταν φανηκα δαιτεθειμενος να δωσω σε καποιον κατι που χρειαζοταν απο μενα, αλλα παρεμενε κλειστη οταν φωναζα μονο τι χρειαζομουν εγω.. Τη φυλακη την ειχε κλειδωσει το μυαλο μου, οταν περιοριστηκα αποκλειστικα στις δικες μου αναγκες. Η φυλακη ηταν ο εγκλεισμος στον οποιο απομονωνουν οταν πιστευα πως δεν ειχα τιποτα να προσφερω..