-
ΝΟΣΤΑΛΓΙΑ.
*Μεσ'απο το βαθος των καλων καιρων
οι αγαπες μας πικρα μας χαιρετανε.*
Δεν αγαπας και δε θυμασαι,λες.
Κι αν φουσκωσαν τα στηθη κι αν δακρυζεις
που δεν μπορεις να κλαψεις οπως πρωτα,
δεν αγαπας και δε θυμασαι,ας κλαις.
Ξαφνου θα ιδεις δυο ματια γαλανα
-ποσος καιρος!-τα χαιδεψες μια νυχτα
και σα ν'ακους εντος σου να σαλευει
μια συφορα παλια και να ξυπνα.
Θα στησουνε μακαβριο το χορο
οι θυμησες στα περασμενα γυρω
και θ'ανθισει στο βλεφαρο σαν τοτε
και θα πεσει το δακρυ σου πικρο.
Τα ματια που κρεμουν--ηλιοι χλωμοι--
το φως στο χιονι της καρδιας και λιωνει,
οι αγαπες που σαλευουν πεθαμενες,
οι πρωτοι ξανα που αναψαν καημοι...
Απο τον μεγιστο Κωστα Καρυωτακη με τον απελπισμενο του λυρισμο,τα πικρα συμβολα μιας καταδικης,το στεγνωμα της ελπιδας,ενα ματαια απλωμενο στον ουρανο φως.Αγαπημενος,ξεχωριστος.. .
ΚΑΤΩ ΑΠ'ΤΙΣ ΡΑΓΕΣ...
Κατω απ'τις ραγες του τραινου
Κατω απο τις γραμμες του βιβλιου
Κατω απο τα βηματα των στρατιωτων
Οταν ολα περασουν--παντα σε περιμενω.
Περασαν απο τοτε πολλα τραινα
Κι αλλα πολλα βιβλια θα διαβαστουν
Κι αλλοι στρατιωτες το ιδιο θα πεθανουν.
Κατω απο καθε τι που σου σκεπαζει τη ζωη
Οταν ολα περασουν
Σε περιμενω.
ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ
-
"ΕΡΩΤΙΚΟ" ποίηση Ναπολέοντα Λαπαθιώτη ερμηνευμένο από την Ελευθερία Αρβανιτάκη
"Καϋμός αλήθεια να περνώ
του Έρωτα πάλι το στενό
έτσι πως πέφτει σκοτεινιά
μια νύχτα του θανάτου
Στενό βαθύ και θλιβερό
που θα θυμάμαι για καιρό
τι μου στοιχίζει στην καρδιά
το ξαναπέρασμά του
Ας είναι ωστόσο τι ωφελεί
γυρεύω πάντα το φιλί
στερνό φιλι πρώτο φιλί
και με λαχτάρα τόση
Γυρεύω πάντα το φιλί
που μου το τάξανε πολλοί
κι όμως δε μπόρεσε κανείς
ποτέ να μου το δώσει...
Ίσως μια μέρα σαν χαθώ
κι αγγίξω πάλι το βυθό
και με τη νύχτα μυστικά
γίνουμε πάλι ταίρι
Αυτό το ανεύρετο φιλί
που το λαχτάρησα πολύ
σαν μια παλιά της οφειλή
να μου το ξαναφέρει...."
-
"Αν μ' αγαπάς κι είν' όνειρο
ποτέ να μην ξυπνήσω
γιατί με την αγάπη σου
ποθώ να ξεψυχήσω..."
Μυρτιώτισσα
-
"ΑΝΕΒΑΣΜΑΤΑ" του Μενελαου Λουντεμη
Ανέβα...Ανέβα...Πάντα ανέβαινε
Ακόμη, ακόμη πιο ψηλά
Στην κορυφή σε περιμένει η Αγάπη
Μ' ένα μπουκέτο τριαντάφυλλα
Ανέβα. Όλο μπρος. Όλο ψηλά.
Κι αν δε βρεις δρόμο
Φτιάξε. Στην αγάπη -
δεν υπάρχουν δρόμοι έτοιμοι.
Τους φτιάχνεις εσύ.
Ανέβα...Έστω κι αν δεις
Πως τα λουλούδια ήταν ψεύτικα
Κι' η αγάπη - η ολόφλογη αγάπη -
Ένας καπνός.
Εσύ ανέβα
Ανέβα...Έστω κι αν στην κορφή
αντίς για τα τριαντάφυλλα
Σε περιμένει ένα μπουκέτο μαχαίρια
Εσύ ανέβα
Ανέβα... Και πες "ευχαριστώ"
-όχι στα τριαντάφυλλα, όχι στα μαχαίρια-
Πες "ευχαριστώ" στη Δύναμη
Που σ' έκανε ν' α ν έ β ε ι ς
-
Γιὰ τὰ τραγούδια μου
Nâzim Hikmet
Δὲν ἔχω πήγασο μὲ σέλαν ἀργυρὴ
οὔτε καὶ πόρους
-ὅπως τοὺς λέν᾿- ἀδήλους
δὲν ἔχω μήτε γῆ
μιὰ σπιθαμὴ
μονάχα ἕνα ποτηράκι μέλι
σὰ νά ῾ναι φλόγα λαμπερή.
Αὐτὸ εἶναι τὸ βιός μου
κι εἶναι καὶ γιὰ τοὺς φίλους
κι ἐνάντια σ᾿ ὅλους τους ἐχθροὺς
ἐντός μου
φυλάγω αὐτὸν τὸν πλοῦτο μου
ἕνα ποτήρι μέλι.
Ὑπομονή, συντρόφοι, ὑπομονὴ
καὶ θὰ ῾ρθει μέρα ἡ τρανὴ
ναὶ θά ῾ρθει!
-Σ᾿ αὐτοὺς πού ῾χουν τὸ μέλι θὲ νὰ ῾ρθεῖ
ἡ μέλισσα ἡ μιὰ
ἀπ᾿ τὴ Βαγδάτη.
-
τι όμορφο που'ναι να σε συλλογιέμαι
να γράφω όλο για σένα
να σε κοιτάζω πλαγιασμένος
έτσι ανάσκελα μες το κελί μου
μια λέξη που'χες πει
την τάδε μέρα, στο τάδε μέρος
όχι η λέξη η ίδια...
μα αυτός ο τρόπος που είχε μέσα της
να κλείνει όλο τον κόσμο.
Μέσα μου σαν ένας δεύτερος άνθρωπος
η ευτυχία να σ'αγαπώ
η μυρωδιά του γερανιού στ'ακροδάχτυλά σου
μια ηλιόλουστη γαλήνη και το κάλεσμα της σάρκας:
ένα ζεστό βαθύ σκοτάδι
χαραγμένο με πορφυρές γραμμές...
Ναζίμ Χικμέτ
-
Η ΛΗΣΜΟΝΙΑ
Πάμπλο Νερούδα
Ολος ο έρωτας σε ένα κύπελλο
πλατύ σαν τη γη,
τον έρωτα με αστέρια και αγκάθια
σου έδωσα, αλλά περπάτησες
με μικρά πόδια, με βρώμικα τακούνια
στη φωτιά, σβήνοντάς τη.
Μεγάλε έρωτα, μικρή αγαπημένη!
Δεν σταμάτησα τον αγώνα.
Δε διέκοψα την πορεία μου για τη ζωή,
για την ειρήνη, για το ψωμί όλων,
αλλά σε σήκωσα στα μπράτσα μου
και σε καθήλωσα με τα φιλιά μου
και σε κοίταξα όπως ποτέ
ανθρώπινα μάτια δεν θα γυρίσουν να σε κοιτάξουν.
Μεγάλε έρωτα, μικρή αγαπημένη!
Τότε δε μέτρησες το ανάστημά μου,
και τον άντρα που για σε απομάκρυνε
το αίμα, το σιτάρι, το νερό
ταύτισες
με το μικρό έντομο που έπεσε στο φουστάνι σου.
Μεγάλε έρωτα, μικρή αγαπημένη!
Μην ελπίζεις να σε παρατηρώ από απόσταση
προς τα πισω μέινε
με αυτό που άφησα σε σένα, περπάτα
με την προδομένη φωτογραφία μου,
εγώ θα συνεχίσω να περπατώ,
ανοίγοντας πλατείς δρόμους αντίθετα στη σκιά, κάνοντας
γλυκιά τη ζωή, μοιράζοντας
το αστέρι σε όποιον έρχεται.
Μείνε στο δρόμο
Για σένα έφτασε η νύχτα.
ίσως την ανατολή
θα ιδωθούμε πάλι.
Μεγάλε έρωτα, μικρή αγαπημένη!
-
ΙΣΩΣ Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΕΙΝΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑ
Πάμπλο Νερούδα
Ισως η απουσία σου είναι παρουσία, χωρίς εσύ να είσαι,
χωρίς εσύ να πας να κόψεις το μεσημέρι
σαν ένα γαλάζιο λουλούδι, χωρίς εσύ να περπατάς
πιο αργά ανάμεσα στην ομίχλη και στους πλίνθους,
χωρίς εκείνο το φως που κρατάς στο χέρι
που ίσως άλλοι δεν θα δουν να χρυσίζει,
που ίσως κανείς δεν έμαθε ότι βλασταίνει
σαν την κόκκινη καταγωγή του τριαντάφυλλου,
χωρίς εσύ να είσαι, επιτέλους, χωρίς να έρθεις
απότομη, ερεθιστική, να γνωρίσεις τη ζωή μου,
καταιγίδα από ροδώνα, σιτάρι του ανέμου,
και από τότε είμαι γιατί εσύ είσαι,
και από τότε είσαι, είμαι και είμαστε,
και για χάρη του έρωτα θα είμαι, θα είσαι, θα είμαστε.
-
ΔΕ ΣΕ ΘΕΛΩ ΠΑΡΑ ΓΙΑΤΙ ΣΕ ΘΕΛΩ
Πάμπλο Νερούδα
Δε σε θέλω παρά γιατί σε θέλω,
μα απ' το θέλω στο δε σε θέλω πέφτω
κι απ' το καρτέρα, όταν δε σε προσμένω,
περνώ απ' το παγερό στο πυρωμένο.
Σε θέλω μόνο γιατί εσένα θέλω,
σε μισώ μα γι' αγάπη σου προσπέφτω,
κι είν' της αθώας αγάπης μου το μέτρο
σαν τυφλός που αγαπά να μη σε βλέπω.
Το σκληρόψυχο του Γενάρη φέγγος
την καρδιά μου θα σιγολιώσει εφέτος,
ανοίγοντάς μου στα κρυφά το στέρνο.
Μόνος στην ιστορία αυτή πεθαίνω
και πεθαίνω απ' αγάπη αφού σε θέλω,
σε θέλω, αγάπη, ως το αίμα κι ως το τέλος.
-
"Η ΑΓΑΠΗ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΜΙΚΡΗ ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΑΤΟΜΟ ΝΑ ΩΡΙΜΑΣΕΙ,
ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΚΑΤΙ ΜΕΣΑ ΤΟΥ,ΝΑ ΓΙΝΕΙ ΣΥΜΠΑΝ ΧΑΡΗ ΣΕ ΚΑΠΟΙΟΝ ΑΛΛΟΝ,
ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΚΟΡΥΦΑΙΑ ΣΤΙΓΜΗ ΠΟΥ ΤΟΥ ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ,
ΠΟΥ ΤΟΝ ΕΠΙΛΕΓΕΙ, ΠΟΥ ΤΟΝ ΚΑΛΕΙ ΣΕ ΑΛΛΕΣ ΣΦΑΙΡΕΣ."
Rainer Maria Rilke
-
Οἱ μικροὶ γαλαξίες
Νικηφόρος Βρεττάκος
Πᾶνε κι ἔρχονται οἱ ἄνθρωποι πάνω στὴ γῆ.
Σταματᾶνε γιὰ λίγο, στέκονται ὁ ἕνας
ἀντίκρυ στὸν ἄλλο, μιλοῦν μεταξύ τους.
Ἔπειτα φεύγουν, διασταυρώνονται, μοιάζουν
σὰν πέτρες ποὺ βλέπονται.
Ὅμως, ἐσύ,
δὲ λόξεψες, βάδισες ἴσα, προχώρησες
μὲς ἀπὸ μένα, κάτω ἀπ᾿ τὰ τόξα μου,
ὅπως κι ἐγώ: προχώρησα ισα, μὲς ἀπὸ σένα,
κάτω ἀπ᾿ τὰ τόξα σου. Σταθήκαμε ὁ ἕνας μας
μέσα στὸν ἄλλο, σὰ νάχαμε φτάσει.
Βλέποντας πάνω μας δυὸ κόσμους σὲ πλήρη
λάμψη καὶ κίνηση, σαστίσαμε ἀκίνητοι
κάτω ἀπ᾿ τὴ θέα τους -
Ἤσουν νερό,
κατάκλυσες μέσα μου ὅλες τὶς στέρνες.
Ἤσουνα φῶς, διαμοιράστηκες. Ὅλες
οἱ φλέβες μου ἔγιναν ἄξαφνα ἕνα
δίχτυ ποὺ λάμπει: στὰ πόδια, στὰ χέρια,
στὸ στῆθος, στὸ μέτωπο.
Τ᾿ ἄστρα τὸ βλέπουνε, ὅτι:
δυὸ δισεκατομμύρια μικροὶ γαλαξίες καὶ πλέον
κατοικοῦμε τὴ γῆ.
-
Δε θα επιτυχετε, αν γινετε σκλαβοι της συνηθειας, επαναλαμβανοντας καθε μερα τις ιδιες διαδρομες, αν δεν αλλαζετε περπατησια, αν δε διακινδυνευετε και δεν αλλαζετε χρωμα στα ρουχα σας, αν δε μιλατε σε οποιον δε γνωριζετε.
Δε θα επιτυχετε, αν αποφευγετε ενα παθος, αν προτιματε το μαυρο αντι του ασπρου, αν δε βιωνετε συγκινησεις, που κανουν να λαμπουν τα ματια, που μετατρεπουν ενα χασμουρητο σε χαμογελο, που κανουν την καρδια να κτυπα στο λαθος και στα συναισθηματα.
Δε θα επιτυχετε, αν δεν αναποδογυριζετε το τραπεζι, αν δεν ειστε ευτυχισμενοι στη δουλεια σας, αν δε διακινδυευετε τη βεβαιοτητα για την αβεβαιοτητα, προκειμενου να κηνυγησετε ενα ονειρο, αν δεν επιτρεπετε στον εαυτο σας τουλαχιστον μια φορα στη ζωη σας να αποφυγει τις εχεφρονες συμβουλες.
Δε θα επιτυχετε, αν δεν ταξιδευετε, αν δε διαβαζετε, αν δεν ακουτε μουσικη, αν δε βρισκετε σαγηνη στον εαυτο σας.
Δε θα επιτυχετε, αν καταστρεφετε τον ερωτα σας, αν δεν επιτρεπετε να σας βοηθησουν, αν περνατε τις μερες σας παραπονουμενοι για την τυχη σας η για την ασταματητη βροχη.
Δε θα επιτυχετε, αν εγκαταλειπετε μια ιδεα σας πριν την αρχισετε, αν δε ρωτατε για πραγματα που δε γνωριζετε.
Θα επιτυχετε, αποφευγοντας ετσι το θανατο σε μικρες δοσεις, οταν θυμοσαστε παντοτε οτι για να ειστε ζωντανοι χρειαζεται μια προσπαθεια πολυ μεγαλυτερη απο το απλο γεγονος της αναπνοης.
(Pablo Neruda, ιταλικη εφημεριδα "Corriere della Sera")
-
Απόσπασμα από "ΤO ΧΡΩΜΑ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ"της Αλκυόνης Παπαδάκη :
"Τα χρώματα
? Τι χρώμα έχει η λύπη; Ρωτησε το αστέρι την κερασιά και παραπάτησε στο ξέφτι κάποιου σύννεφου που περνούσε βιαστικά.Δεν άκουσες;Σε ρώτησα, τι χρώμα έχει η λύπη;
? Έχει το χρώμα που παίρνει η θάλασσα την ώρα που γέρνει ο ήλιος στη αγγαλιά της. Ένα βαθύ άγριο μπλέ.
? Τι χρώμα έχουν τα όνειρα;
? Τα όνειρα; Τα όνειρα έχουν το χρώμα του δειλινού.
? Τί χρώμα έχει η χαρά;
? Το χρώμα του μεσημεριού αστεράκι μου.
? Και η μοναξιά;
? Η μοναξιά έχει χρώμα μενεξελί.
? Τι όμορφα που είναι τα χρώματα! Θα σου χαρίσω ένα ουράνιο τόξο, να το ρίχνεις επάνω σου όταν κρυώνεις.
? Το αστέρι έκλεισε τα ματια του και ακούμπησε στο φράκτη. Έμεινε κάμποσο εκεί και ξεκουράστηκε.
? Και η αγάπη; Ξέχασα να σε ρωτήσω, τι χρώμα έχει η αγάπη;
? ?Το χρώμα που έχουν τα μάτια του Θεού,απάντησε το δέντρο.
? Τι χρώμα έχει ο έρωτας;
? Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, όταν είναι πανσέληνος.
? Έτσι ε; Ο έρωτας έχει το χρώμα του φεγγαριού, είπε τo αστέρι? Κοίταξε μακριά στο κενό? Και δάκρυσε ?
Ζω?
? Δε φοβάσαι που θα πεθάνεις;
? Σήμερα πάντως ζω! Σου σφίγγω τα χέρια, σε κοιτάζω στα μάτια. Μήν αφήνεις ποτέ σου το σήμερα να μαραίνεται. Μην αφήνεις τη ζωή να χάνεται σαν την άμμο μέσα απo τα δάκτυλά σου. Ζήσε. Κατάλαβες; Ζήσε! Μη βάζεις το σήμερα ενέχυρο σ' αυτό που εννοούνε μερικοί μουχλιασμένο Αύριο. Το Σήμερα είναι δικό σου, φίλε. Αγάπησέ το!
Συγχωρώ!
? Δίνε το χέρι σου στον άλλο χωρίς να κρίνεις. Κάνε του λίγο χώρο μέσα σου να ξαποστάσει. Να πιεί μια γουλιά νερό. Σ' αυτό τον κόσμο, παλικάρι, όλοι έχουμε μερίδιο σε όλα. Μερίδιο στη χαρά, στα λάθη στην απόγνωση. Κι εσύ, θα 'ρθουν φορές που θα τα κάνεις θάλασσα στη ζωή σου. Ε! Δε θα σημάνει ποτέ γι' αυτό το τέλος του κόσμου! Εγώ είμαι γέρος, κι ακόμα κάποιες φορές τα κάνω θάλασσα. Δε βγαίνει με συνταγές η ζωή. Aντε στην υγειά σου!
Ελπίζω!
? Μην πικραίνεσαι, είπε. Και βούρκωσε. Είναι όμορφη η ζωή. Πιστεψέ με. Αξίζει να τη ζεί κανείς, έστω κι αν κάποτε γεμίζει πληγές. Σε νιώθω. Λες να μην τα ξέρω όλ' αυτά; Μα να θυμάσαι πάντα, φιλαράκο, πως αύριο ξημερώνει μια καινούρια μέρα. Δε σταματάει πουθενά η ζωή. Μη σε μπερδέψουνε κάτι κακομοίρηδες, που σφίγγουν σαν το παραδοσάκουλο της ψυχής τους. Κι ο άνθρωπος σαν τα δέντρα είναι. Ανθίζει, κάνει καρπούς, μαδάει, και πάλι απο την αρχή. Τωρα έχεις φουρτούνα εσύ, και δεν καταλαβαίνεις τίποτα. Φύλαξέ τα όμως στο μυαλό σου αυτά που ακούς. Δεν σου κάνω το δάσκαλο. Ένας γερο-ξεκούτης είμαι. Μα αυτά τα πράγματα έτσι γίνονται. Το ξέρω καλά. Αν θέλεις να φύγεις, φύγε. Κανείς δεν μπορεί να σε κρατήσει. Προχώρα όρθιος όμως. Έτσι;
...? Aυριο θα 'ναι μια καινούρια μέρα, αγόρι μου. Πλύσου, χτενίσου, ψιθύρισε ένα τραγουδάκι και ξεκίνα. Δεν ξέρω τιποτ' άλλο να σου πω, Έζησα τόσα χρόνια σ'αυτή τη γη. Δεν αρνήθηκα ποτέ τα λάθη μου. Δε γουστάρω τους ανθρώπους που είναι ατσαλάκωτοι. Αξίζει να ζείς μέσα στη γυάλα, απο φόβο μην πληγωθείς; Ζήσε τη ζωή σου ελεύθερα. Κι όταν τσακίζεσαι, να 'χεις το θάρρος να λές: Με γεια μου με χαρά μου. Φτου κι από την αρχή τώρα. Όχι κακομοιριές και κλαψούρες. Η ζωή είναι όμορφη, παλικάρι μου, μόνο όταν την ζείς. Όταν κυλιέσαι μαζί της. Πότε σε λασπουριές και πότε σε ροδοπέταλα. Κράτα της αναμνήσεις σου και προχώρα? Μια περιπλάνηση είναι το διάβα μας σ' αυτό το κόσμο. Μια περιπλάνηση ανάμεσα ουρανού και γής. Aντε να πιούμε και το τελευταίο. Έχω να σηκωθώ νωρίς αύριο. Πρέπει να κλαδέψω τις τριανταφυλλιές. Αλλιώς, πώς θα θυμάμαι το χαμόγελο αυτηνής της κακούργας της Μελπομένης;
Ποιός έιναι ο δυνατός;
? Ποιός είναι ο δυνατός; Ρώτησε ξαφνικά το δέντρο.
? Αυτός που περπατά μέσα στη νύχτα μόνος του. Κι όμως, φοβάται τόσο το σκοτάδι. Αυτός που περιμένει στην πλαγιά τους λύκους. Κι ας τρέμει σαν το λαγό ακούγοντας τα ουρλιαχτά τους. Αυτός που γλιστράει, που γονατίζει, που γεμίζει λάσπες. Που χώνεται στο θολό ποτάμι ως το λαιμό. Και μια στιγμή,μέσα στο χαλασμό, απλώνει τα παγωμένα χέρια του, κόβει κίτρινες μαργαρίτες και στολίζει τα μαλιά του. Αυτός είναι ο δυνατός.
Ένα κουκούλι έπεσε κείνη την ώρα στο χώμα κι έσπασε. Μια πολύχρωμη πεταλούδα πήδηξε από μέσα. Ξεδίπλωσε τα φτερά της και πέταξε γύρω από τις μυρτιές. Ύστερα κοντοστάθηκε, κοίταξε μια στιγμή στα μάτια το Θεό, και ψιθύρισε:
? Γειά σου! Τι όμορφος που είναι ο κόσμος σου!
...«Προσεξε μην ξεχάσεις ποτέ πως η ζωή αγαπά αυτούς που την περιμένουν στη γωνία του δρόμου μ' ένα λουλούδι στο χέρι. Μπορεί να γονατίζεις, να σερνεσαι, να ματώνεις. Ωραία! Δε χαλασε ο κόσμος. Έτσι συμβαίνει με τους ανθρώπους. Έχεις πάντα το καιρό να σηκωθείς. Τ' αγαλματα μόνο δε λυγάνε».
Ονειρεύονται? και ελπίζουν?
? Πες μου ένα χαρούμενο τραγούδι για την ζωή, είπε το δέντρο στ' αστέρι του.
? Το τραγούδι που λέει η καγκελόπορτα, όταν ανοίγει και μπαίνει κάποιος που αγαπάς.
? Δείξε μου ένα ακριβό στολίδι.
? Τα καράβια και τους Ινδιάνους με τα βέλη και τα πολύχρωμα φτερά, που είναι ζωγραφισμένα στους άσπρους τοίχους μιας καμαρούλας.
? Όμορφη βραδιά απόψε. Aκου, πως τραγουδάει το τριζόνι!
Σε λίγο θα βγεί ο Αυγερινός. Σε λίγο θα ξημερώσει. Κοίτα που ξεχάστηκε μια ξελογιασμένη καρδερίνα. Και ξαγρυπνά. Κοιτάζει το φεγγάρι. Και ονειρεύεται?
? Σε λίγο θα ξημερώσει? Κοίτα που ξεχάστηκαν κάποιοι ξελογιασμένοι άνθρωποι. Και ξαγρυπνούν. Κοιτάζουν το φεγγάρι. Κι ονειρεύονται? Ονειρεύονται και ελπίζουν?"
-
...
Καπου η θαλασσα φυλαει τα δακρυα της αξοδευτα
για την παλιρροια που ανεβαινει,καπου
θα αφησουμε τον κοσμο ζυγιζοντας
οχι περισσοτερο απ'οταν ηρθαμε
κι η απαντηση θα ειναι
η ιδια,το χερι σου στο δικο μου
το δικο μου στο δικο σου,στο ξεφωτο αυτο
οπου οι αγγελοι μας πλησιαζουν
χωρις γελιο,χωρις δακρυα.
Απο το Μια Αργοπορημενη Απαντηση του Philip Levine,αμερικανου ποιητη.
Κοιτα πως χανονται οι δρομοι
μες στους ανθρωπους...
τα περιπτερα πως κρυωνουνε
απ'τις βρεμενες εφημεριδες.
ο ουρανος
πως τρυπιεται στα καλωδια
και το τελος της θαλασσας
απο το βαρος των πλοιων
ποσο λυπημενες ειναι οι ξεχασμενες ομπρελες
στο τελευταιο δρομολογιο
και το λαθος εκεινου που κατεβηκε
στην πιο πριν σταση
τα αφημενα ρουχα στο καθαριστηριο
και τη ντροπη σου
υστερα απο δυο χρονια που βρηκες λεφτα
πως να τα ζητησεις
πως τσουκου τσουκου
αργα μεθοδικα
μας αλλοιωνουνε
να καθοριζουμε τη σταση μας στη ζωη
απο το στυλ της καρεκλας...
Απο το Ιδιωνυμο,της αγαπημενης μου Κατερινας Γωγου.
-
Της ιδίας...της Κατερίνας Γώγου
"Πάει. Αυτό ήταν.
Χάθηκε η ζωή μου φίλε
μέσα σε κίτρινους ανθρώπους
βρώμικα τζάμια
κι ανιστόρητους συμβιβασμούς.
'Αρχισα να γέρνω
σαν εκείνη την ιτιούλα
που σου'χα δείξει στη στροφή του δρόμου.
Και δεν είναι που θέλω να ζήσω.
Είναι το γαμώτο που δεν έζησα".
--->ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΓΩΓΟΥ : ΘΑ' ΡΘΕΙ ΚΑΙΡΟΣ
"Θα 'ρθει καιρός
που θ' αλλάξουν τα πράγματα
να το θυμάσαι Μαρία
θυμάσαι Μαρία στα διαλείμματα
εκείνο το παιχνίδι που τρέχαμε
κρατώντας τη σκυτάλη
Μη βλέπεις εμένα μην κλαις
εσύ είσαι η ελπίδα
ʼκου, θα 'ρθει καιρός
που τα παιδιά θα διαλέγουν γονιούς
δε θα βγαίνουν στην τύχη
δεν θα υπάρχουν πόρτες κλειστές
με γερμένους απ' έξω
και τη δουλειά θα τη διαλέγουμε
δε θα 'μαστε άλογα
να μας κοιτάνε στα δόντια
Οι άνθρωποι, σκέψου,
θα μιλάνε με χρώματα
κι άλλοι με νότες
να φυλάξεις μοναχά
σε μια μεγάλη φιάλη με νερό
λέξεις κι έννοιες σαν κι αυτές :
απροσάρμοστοι, καταπίεση,
μοναξιά, τιμή, κέρδος, εξευτελισμός
για το μάθημα της Ιστορίας
Είναι Μαρία, δε θέλω να λέω ψέματα,
δύσκολοι καιροί και θα' ρθουνε κι άλλοι
δε ξέρω, μην περιμένεις κι από μένα πολλά
τόσα έζησα, τόσα έμαθα, τόσα λέω
κι απ' όσα διάβασα ένα κράτησα καλά
Σημασία έχει να παραμένεις άνθρωπος
Θα την αλλάξουμε τη ζωή
...παρ' όλα αυτά Μαρία "
-
Γατσουνι.
Σε πηρα πανω μου
μικρη χρυση κλωστη
Σκαλωσες με πεισμα στην καρδια μου.
Τυφλο γατακι,τοσο δα,
ορκιστηκα να ζησεις.
Κοιμασαι τωρα πανω στο παρατημενο μου μπουφαν,
ανελπιδα χορτατο και ξεδιψασμενο,
απο μια συμπονια επιπολαιη σωσμενο,
γατακι δυο μηνων-
ζαρωμενο χαρτακι πεταμενο
στης πολης τον πολυβουο συρμο.
Τι θα σε κανω
μητ'εγω το ξερω.
Μα θα σε σωσω,ναι,μα το θεο
κι ισως κι εσυ,
μετα,σωσεις εμενα...
Σ'ολους τους τοιχους χτυπας
με τη ροζ σου μουριτσα
ομοια με βρωμικο αγριολουλουδο,
την τυφλα σου δε βλεπεις.
Για να φας χρησιμοποιεις
τη βιασυνη της πεινας,την οσφρηση'
νιαουριζεις ακουραστα να'ρθω κοντα σου.
Κι εγω,που ουτ'εμενα
δεν ξερω πως να σωσω πια,
σε ταιζω ακουραστα,
πλενω τα τσιμπλιασμενα ματια σου,
τους ψυλλους σκοτωνω,σε χτενιζω,
γιατι βλεπω τη γλυκια σου μορφη
κατω απο της απονιας το συννεφο.
Γατσουνι,σ'ονομασα Γκυζα
Σαν τη φημισμενη της Αιγυπτου περιοχη
των τουριστων θελγητρο
και των ιστορολαγνων
και γκρινιαζω με τον αντρα μου
για να σε κρατησω εδω,
που η αθωοτητα εχει απο καιρο
ξεματωσει.
Ποιος Θεος διαλεξε στο δρομο μου
να πεσεις Γκυζα,δεν ξερω.
Κι ουτε καλα καλα γιατι σ'υιοθετησα.
Φανταζομαι πως δεκαρα δε δινεις
αρκει να'ναι η κοιλια σου γεματη.
Γκυζα.
Τυφλο γατακι στην αστοργη Αθηνα.
Ο γιατρος που σε πρωτοπηγα
με ρωτησε γιατι θελω εσενα
ενω μπορω να εχω ενα ζωο υγιεστατο.
Διευκρινησε πως δεν ειναι υπερ
των προβληματικων ζωων.
Δεν ξερω γιατι θελω εσενα.
Προφανως γιατι εισαι "προβληματικη"
ενα πλασμα με ειδικες αναγκες,οπως εγω
κι ισως μεσα απο σενα
εμενα βλεπω,
μια τυφλη,πλην χωρις ψυλλους,γυναικα...
Ενα δικο μου παλιοτερο Nadine.:)
-
ΘΕΡΙΝΟ ΗΛΙΟΣΤΑΣΙ,Η' Σεφέρης Γιώργος
(από τα Ποιήματα, Ίκαρος 1972)
"T' άσπρο χαρτί σκληρός καθρέφτης
επιστρέφει μόνο εκείνο που ήσουν.
T' άσπρο χαρτί μιλά με τη φωνή σου,
τη δική σου φωνή
όχι εκείνη που σ' αρέσει·
μουσική σου είναι η ζωή
αυτή που σπατάλησες.
Mπορεί να την ξανακερδίσεις αν το θέλεις
αν καρφωθείς σε τούτο τ' αδιάφορο πράγμα
που σε ρίχνει πίσω
εκεί που ξεκίνησες.
Tαξίδεψες, είδες πολλά φεγγάρια πολλούς ήλιους
άγγιξες νεκρούς και ζωντανούς
ένιωσες τον πόνο του παλικαριού
και το βογκητό της γυναίκας
την πίκρα του άγουρου παιδιού -
ό,τι ένιωσες σωριάζεται ανυπόστατο
αν δεν εμπιστευτείς τούτο το κενό.
Ίσως να βρεις εκεί ό,τι νόμισες χαμένο·
τη βλάστηση της νιότης, το δίκαιο καταποντισμό της ηλικίας.
Zωή σου είναι ό,τι έδωσες
τούτο το κενό είναι ό,τι έδωσες
το άσπρο χαρτί."
-
Μια μετέωρη κυρία, Κική Δημουλά
Βρέχει...
Μία κυρία εξέχει στη βροχή
μόνη
πάνω σ? ένα ακυβέρνητο μπαλκόνι.
Κι είναι η βροχή σαν οίκτος
κι είναι η κυρία αυτή
σαν ράγισμα στη γυάλινη βροχή.
Το βλέμμα της βαδίζει στη βροχή,
βαριές πατημασιές καημού
τον βρόχινό του δρόμο
γεμίζοντας. Κοιτάζει...
Κι όλο αλλάζει στάση,
σαν κάτι πιο μεγάλο της,
ένα ανυπέρβλητο,
να ?χει σταθεί
μπροστά σ? εκείνο που κοιτάζει.
Γέρνει λοξά το σώμα
παίρνει την κλίση της βροχής
―χοντρή σταγόνα μοιάζει―
όμως το ανυπέρβλητο μπροστά της πάντα.
Κι είναι η βροχή σαν τύψη.
Κοιτάζει...
Ρίχνει τα χέρια έξω απ? τα κάγκελα
τα δίνει στη βροχή
πιάνει σταγόνες
φαίνεται καθαρά η ανάγκη
για πράγματα χειροπιαστά.
Κοιτάζει...
Και, ξαφνικά,
σαν κάποιος να της έγνεψε «όχι»,
κάνει να πάει μέσα.
Πού μέσα ―
μετέωρη ως εξείχε στη βροχή
και μόνη
πάνω σ? ένα ακυβέρνητο μπαλκόνι.
-
--->ΠΕΡΑΣΕ ΚΙ ΕΣΒΗΣΕ (ανάγνωση - μελοποίηση ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ ανέκδοτη ηχογράφηση 1962)
"Πέρασε κι? έσβυσε" ( Ζευγώλη - Γλέζου Διαλεχτή )
Πέρασε κι? έσβυσε το χτες και πάει με τ? άλλα τα σβυστά.
Kι? εξέφτυσε το σήμερα σα ρόδο απάνω στο κλωνί.
Tο αύριο, το μεθαύριο, μοιάζουνε βλέφαρα κλειστά
που των ματιών δε ξαίρομε μαύρο το χρώμα γιά ουρανί.
(από τα Τραγούδια της Μοναξιάς, Μουσικά Χρονικά 1931)
-
¨Eγώ θα σου μιλώ" Ερμηνεία : Γιώργος Νταλάρας
Εγώ θα σου μιλώ με τα τραγούδια μου
στα λόγια τους θα βλέπω τη μορφή σου
κι εσύ θα μου μιλάς με τη σιωπή σου...
Κάπως έτσι συμβαίνει η αγάπη πεθαίνει
χάνεται τ' όνειρο το τραγούδι όμως μένει...
Εγώ θα σου μιλώ με τα τραγούδια μου
τις νύχτες που η αγρύπνια θα με καίει
τις νύχτες που η αγάπη θα μου φταίει...
Κάπως έτσι συμβαίνει η αγάπη πεθαίνει
χάνεται τ' όνειρο το τραγούδι όμως μένει...
-
¨Φατα Μοργκάνα¨ Ποιηση : Νίκος Καββαδίας
Θα μεταλάβω με νερό θαλασσινό
στάλα τη στάλα συναγμένο απ' το κορμί σου
σε τάσι αρχαίο, μπακιρένιο αλγερινό,
που κοινωνούσαν πειρατές πριν πολεμήσουν.
Πανί δερμάτινο, αλειμμένο με κερί,
οσμή από κέδρο, από λιβάνι, από βερνίκι,
όπως μυρίζει αμπάρι σε παλιό σκαρί
χτισμένο τότε στον Ευφράτη στη Φοινίκη.
Σκουριά πυρόχρωμη στις μίνες του Σινά.
Οι κάβες της Γερακινής και το Στρατόνι.
Το επίχρισμα. Η άγια σκουριά που μας γεννά,
Μας τρέφει, τρέφεται από μας, και μας σκοτώνει.
-
¨Αγαπιόμασταν¨ Ερμηνεία:Ρένα Κουμιώτη
Αγαπιόμασταν, Χριστέ μου, αγαπιόμασταν,
τα ματόκλαδά μας λιώναν σαν κοιτιόμασταν.
Στ' ακροδάχτυλα αγγιζόμαστε και τρέμαμε
και χαμήλωναν κοντά μας κι οι ουρανοί.
Και ποθούσα και ποθούσες να πεθαίναμε
τόσο νέοι, τόσο ωραίοι, τόσο αγνοί.
Αγαπιόμασταν, Χριστέ μου, αγαπιόμασταν,
και τα χείλη μας ματώναν σαν φιλιόμασταν.
Στις κρυφές γωνιές τον έρωτα μαθαίναμε
κι όσα ήτανε τα λάθη ήταν κι οι λυγμοί.
Τη στιγμή εκείνη, Θεέ μου, να πεθαίναμε,
τόσο νέοι, τόσο ωραίοι, τόσο αγνοί.
-
¨Για να σε συναντήσω¨ ποίηση Τάσου Λειβαδίτη ερμηνευμένο από τον Μανώλη Λιδάκη
Κάθισε εδώ κοντά μου
Μου 'λειψες ξαφνικά
Έτσι όπως πέφτει ο ήλιος
Χτυπάει η μοναξιά
Μείνε λιγάκι ακόμα
Κάτι έχω να σου πω
Να πάρει ο αέρας χρώμα
Αχ, για να γεννηθείς εσύ κι εγώ
Γι' αυτό, για να σε συναντήσω
Γι' αυτό έγινε ο κόσμος μάτια μου
Γι' αυτό, για να σε συναντήσω
Δεν έχει αρχή και τέλος
Δεν έχει μέτρημα
θάλασσα που κυλάει
αυτό το αίσθημα
στο πιο βαθύ σκοτάδι
στη δυνατή βροχή
γιορτάζει η αγάπη,
γιορτάζει η αγάπη
της νύχτας το σκοτάδι
φωτίζει το φιλί
-
"Με τα φτερά του έρωτα" Ερμηνεία: Μανώλης Λιδάκης
Με τα φτερά του έρωτα
κι απόψε θα σ' αγγίξω
και μια βαθειά ραγισματιά
στον ύπνο σου θ' ανοίξω
κι όπως κοιμάσαι ήσυχη
χωρίς να σε ξυπνήσω
μες στα κλειστά σου βλέφαρα
θα μπω να ξενυχτήσω.
Κι άμα δε νοιώσεις τίποτα
και ήρεμα ξυπνήσεις
θα πει πως δε μ' αγάπησες
ούτε θα μ' αγαπήσεις.
Τους χάρτες των ονείρων σου
κρυφά θ' ακολουθήσω
και την κρυφή σου τη ζωή
θα παρακολουθήσω
κι όπως κοιμάσαι ήσυχη
δίπλα σου θα περάσω
σαν άνεμος νυχτερινός
και θα σε ξεσκεπάσω.
Κι άμα δε νοιώσεις τίποτα
και ήρεμα ξυπνήσεις
θα πει πως δε μ' αγάπησες
ούτε θα μ' αγαπήσεις.
-
"Πάλι πάλι " Ερμηνεία: Μανώλης Λιδάκης
Πάλι εσένα στο μυαλό
Αχ, πάλι, πάλι...
Πάλι εσένα στο μυαλό έχω και ταξιδεύω...
Το όνειρο μας, το όνειρο που χάθηκε
Αχ, πάλι, πάλι...
Το όνειρο που χάθηκε να ξαναβρώ γυρεύω...
-
Έχει ντέρτι το κορίτσι μας απόψε;Έβαλες το στίχο,σου βάζω τη μουσική για συντροφιά σου τη μελαγχολική αυτή νύχτα...
Αν και δεν είμαστε στο τόπικ της μουσικής...Χαλάλι σου απόψε!Εκτός από το πρώτο και το δεύτερο,που είναι αλλού ταγμένα,τα υπόλοιπα σου τ'αφιερώνω...
--->ΜΑΝΩΛΗΣ ΛΙΔΑΚΗΣ : ΠΑΛΙ,ΠΑΛΙ... :)
--->ΜΑΝΩΛΗΣ ΛΙΔΑΚΗΣ : ΓΙΑ ΝΑ ΣΕ ΣΥΝΑΝΤΗΣΩ... :)
--->ΜΑΝΩΛΗΣ ΛΙΔΑΚΗΣ : ΜΕ ΤΑ ΦΤΕΡΑ ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ
--->ΡΕΝΑ ΚΟΥΜΙΩΤΗ : ΑΓΑΠΙΟΜΑΣΤΑΝ
--->ΓΙΩΡΓΟΣ ΝΤΑΛΑΡΑΣ : ΕΓΩ ΘΑ ΣΟΥ ΜΙΛΩ
--->ΜΑΡΙΖΑ ΚΩΧ : ΦΑΤΑ ΜΟΡΓΚΑΝΑ
--->ΜΑΡΙΟΣ ΦΡΑΓΚΟΥΛΗΣ : ΦΑΤΑ ΜΟΡΓΚΑΝΑ
-
"Πνοή του ανέμου" Ερμηνεία: Λιζέττα Καλημέρη
Πνοή του ανέμου έσπειρε τ' αστέρια
και συ, ουρανέ μου, έπεσες χορεύοντας στην αμμουδιά
κι ήρθε το κύμα να σε ξεδιψάσει
κι έγινε αγάπη κι έσμιξεν η πλάση.
Τώρα τις νύχτες είμαι δικιά σου τα μυστικά σου μαθαίνω.
Παιδί του απείρου γέννησε η νύχτα
τον έρωτά μας σ' ασημένια δίχτυα
κι όταν βραδιάζει σμίγουμε στην άμμο,
όνειρο μοιάζει την αυγή που χάνω.
Τώρα τις νύχτες είμαι δικιά σου τα μυστικά σου μαθαίνω.
Τώρα τις νύχτες είμαι δικιά σου κι όταν χαράζει πεθαίνω.
-
"Πανσέληνος ο Έρωτας" Ερμηνεία:Χαρούλα Αλεξίου
Πανσέληνος ο Έρωτας βουρλίζει το κορμί μου
και σ' ονειρεύομαι, και σ' ονειρεύομαι, και σ' ονειρεύομαι
σαν το χαμψίνι σάρωσες την έρημη ψυχή μου
και τώρα καίγομαι, και τώρα καίγομαι, και τώρα καίγομαι
Με σκλάβωσες, με λάβωσες και θέλω να πεθάνω
για να 'χω τη λαβωματιά στον κάτω κόσμο συντροφιά
και να ποθώ παράφορα τον κόσμο τον απάνω
Σαν το ταμπάκο ρούφηξες μαζί με το φιλί μου
Την αμαρτία μου, την αμαρτία μου, την αμαρτία μου
Με χτύπησες αλύπητα κι έκανες την πληγή μου
αθανασία μου, αθανασία μου, αθανασία μου
Με σκλάβωσες, με λάβωσες και θέλω να πεθάνω
για να 'χω τη λαβωματιά στον κάτω κόσμο συντροφιά
και να ποθώ παράφορα τον κόσμο τον απάνω
-
ΣΤΟΡΓΗ (Καρέλλη Ζωή)
Eίναι λυπητερό πράγμα ένας άρρωστος άντρας.
ʼρρωστος στην πλήρη ακμή του.
Oι άντρες είναι καμωμένοι να μένουν δυνατοί.
Tο αισθάνονται αυτό
κι όταν πέσουν στο στρώμα
έχουν την έκφραση του προσώπου περίλυπη.
Kάποτε το βλέμμα τους χάνεται.
Σα ν' απορούν γι' αυτό που τους συμβαίνει.
Σα να μη μπορούν να καταλάβουν την αδυναμία τους,
θυμώνουν κι αγαναχτούν,
ύστερα όμως είναι πιο λυπημένοι.
Έχουν μιαν άλλη μελαγχολία στην αρρώστια τους.
Παραδίνονται σαν παιδιά.
Σαν εκείνα τα παιδιά που έχουν πρόωρη γνώση.
Σε κοιτάζουν στα μάτια,
περιμένουν να τους βεβαιώσεις...
Όχι μόνο πως θα γίνουν καλά,
όχι πως δεν έχουν τίποτα,
μα πως η δύναμή τους είναι ακέρια.
Πως εσύ το θέλεις και τους περιποιείσαι
κι αυτοί το δέχονται.
Δέχονται την περιποίηση για το χατίρι σου.
Eίναι λυπητερό να βλέπεις έναν άντρα άρρωστο,
να βλέπεις να κείτεται ένας λεβέντης.
Σε σφάζει το βλέμμα του.
Σε παρακαλεί μ' έναν τρόπο που σου πονεί.
Σε πειράζει που δέχεται τη βοήθειά σου.
Σε πειράζει να αισθάνεσαι χτυπημένη την περηφάνεια του,
την υπομονή του.
Γι' αυτό δε θα πιστέψεις
πως εκείνος δεν είναι ο πιο δυνατός κοντά σου.
Tούτο περιμένει να δεί στο βλέμμα σου,
για να γιάνει.
Aυτό πρέπει να σου μαθαίνει η αγάπη σου.
Πως δεν του φτάνει μονάχα να τον αγαπάς.
Θέλει ακόμα πιο πολύ,
να πιστεύεις πάντα σ' αυτόν.
(από τα Ποιήματα, Eρμής 1996)
-
TΟ ΔΕΝΤΡΟ (Καρέλλη Ζωή)
Aπλώνω σαν κλαδιά, σα φύλλα,
εντυπώσεις γύρω στο κορμί μου, αναμνήσεις
θρουν, κρούονται, κινούνται
ήσυχα ή σφοδρά.
Mοιάζουν ίδια τα κλαδιά,
όμως ο άνεμος της ζωής
με παιχνίδια και με φώτα,
δείχνει τη διαφορά τους.
Mοιάζουν κι όλες οι μέρες
που περνούν απάνω μου.
Mε τριγυρίζ' η μέρα,
η νύχτα μ' αγκαλιάζει.
Λυγούνε τα κλαδιά, τα φύλλα,
οι αναμνήσεις, οι εντυπώσεις μου συγκρούονται
φωλιάζουν μυστικά πουλιά,
φωνές κρυφές, στα πιο πυκνά,
πυκνόφυλλα κλαδιά της φαντασίας.
Σα φτάσει η καταιγίδα
ο στολισμός μου δέρνεται.
Όρθιο το κορμί στυλώνεται,
μένει ακίνητη ψυχή κι αυξαίνει,
σα ν' αδιαφορεί για την περιβολή μου...
που παρέρχεται και θα ξανάρθει,
μαραίνεται και πέφτει,
για να φουντώσει πάλι η ζωή μου.
(από τα Ποιήματα, Eρμής 1996)
-
Σερενατα-Φεδερικο Γκαρθια Λορκα(1898-1936)
Αφιερωμα στον Λοπε ντε Βεγκα.
Στου ποταμου τις οχθες
λουζεται η νυχτα
και στα στηθη της Λολιτας
απο ερωτα πεθαινουν τα κλαρια.
Γυμνη η νυχτα τραγουδαει
πανω απ'του Μαρτη τα γιοφυρια
Λουζει η Λολιτα το κορμι της
με ναρδους και γλυφο νερο.
Απο ερωτα πεθαινουν τα κλαρια...
Η νυχτα απο γλυκανισο κι ασημι
λαμπει αναμεσ'απ'τις στεγες
ασημι απο ρυακια και καθρεφτες
γλυκανισο απ'των μηρων σου την ασπραδα.
Κι απο ερωτα πεθαινουν τα κλαρια...
ΣΚΟΡΠΙΟ ΑΙΜΑ-αποδοση Νικου Γκατσου
Σκαλι σκαλι παει ο Ιγναθιο
το θανατο του φορτωμενος.
Γυρευε να'βρει την αυγη
Μα πουθενα η αυγη δεν ηταν.
Γυρευει τη σωστη θωρια του
και τ'ονειρο του αλλαζει δρομο.
Γυρευε τ'ομορφο κορμι του
και βρηκε το χυμενο του αιμα.
Στιγμη δεν εκλεισε τα ματια
σαν ειδε τα κερατα κοντα του
ομως οι τρομερες μαναδες
ανασηκωσαν το κεφαλι.
Κι απο τα βοσκοτοπια περα
ηρθ΄ενα μυστικο τραγουδι.
που αγελαδαρηδες ομιχλης
τραγουδαγαν σ'ουρανιους ταυρους.
Δεν ειχε αρχοντα η Σεβιλλια
μπροστα του για να παραβγει
ουτε σπαθι σαν το σπαθι του
ουτε καρδια να ειναι τοσο αληθινη.
Σαν ποταμος απο λιονταρια
η ξακουσμενη του αντρειοσυνη
και σαν σε πετρα σκαλισμενη
η στοχασια του η μετρημενη.
Τωρα για παντα πια κοιμαται.
Τωρα τα μουσκλια και τα χορτα
με δαχτυλα που δε λαθευουν
το ανθος ανοιγουν του μυαλου του.
Και το τραγουδιστο του αιμα
κυλαει σε βαλτους και λιβαδια,
γλιστραει στο συγκρυο των κερατων,
αψυχο στεκει στην ομιχλη,
σε βουβαλιων σκονταφτει ποδια,
σα μια πλατια,μια λυπημενη,
μια σκοτεινη γλωσσα,ωσπου τελμα
να γινει απο αγωνια,πλαι
στον Γουαδαλκιβιρ των αστρων...
Οι φασιστες του Φρανκο δολοφονησανε το τραγικο περιστερι της ποιησης,σε εναν αγνωστο δρομο,σε καποιο ισως χαντακι,
καπου στη Γραναδα...Εικασιες μονο υπαρχουν για το που τα ξασπρισμενα του κοκαλα κοιμουνται.Υπαρχουν επισης ενδειξεις οτι προδοθηκε απο μελη της ιδιας του της οικογενειας,ξαδερφια του συνεργατες των δημιων.Πληρωσε με το αιμα του την αντισταση του στο φασισμο,την ομοφυλοφιλια και την τσιγγανικη καταγωγη του.Στο προσωπο του ο Νερουδα ειχε βρει εναν αδερφο ψυχης,στην αδολη εκεινη μορφη που μελετουσε μεσα στη νυχτα,τα μυχια,τραχια τραγουδια της ανδαλουσιανικης γης...Ες αει στη μνημη...Ες αει στο ονειρο...
-
ΣΧΗΜΑ ΤΗΣ ΑΠΟΥΣΙΑΣ I ( Ρίτσος Γιάννης )
(από τα Ποιήματα 1930-1960, B΄, Kέδρος 1961)
Ό,τι έφυγε, ριζώνει εδώ, στην ίδια θέση, λυπημένο, αμίλητο
όπως ένα μεγάλο βάζο του σπιτιού, που πουλήθηκε κάποτε
σε δύσκολες ώρες,
και στη γωνιά της κάμαρας, εκεί που στέκονταν το βάζο,
απομένει το κενό πυκνωμένο στο ίδιο σχήμα του βάζου, αμετάθετο,
ν' αστράφτει διάφανο στην αντηλιά, όταν ανοίγουν πότε-πότε
τα παράθυρα,
και μέσα στο ίδιο βάζο, πούχει αλλάξει την ουσία του
με ίδια κ' ισόποσην ουσία απ' το κρύσταλλο του άδειου,
μένει και πάλι το ίδιο εκείνο κούφωμα, λίγο πιο οδυνηρά ηχητικό
μονάχα.
Πίσω απ' το βάζο διακρίνεται το χρώμα του τοίχου
πιο σκοτεινό, πιο βαθύ, πιο ονειροπόλο,
σα νάμεινε η σκιά του βάζου σχεδιασμένη σε μια σαρκοφάγο ―
Kαι, κάποτε, τη νύχτα, σε μιαν ώρα σιωπηλή,
ή και τη μέρα, ανάμεσα στις ομιλίες,
ακούς βαθιά σου κάποιον ήχο οξύ, πικρό και πολυκύμαντο
σάμπως ένα αόρατο δάχτυλο να έκρουσε
κείνο το απόν, ευαίσθητο, κρυστάλλινο δοχείο.
-
ΜΕΤΑ ( Ρίτσος Γιάννης )
(από το Aργά, πολύ αργά μέσα στη νύχτα, Kέδρος 1991)
Mάρτυρες για τα λάθη σου δεν είχες. Mόνος μάρτυρας
ο ίδιος εσύ. Tα τακτοποίησες, τα μονόγραψες, τα σφράγισες
σε λευκούς πάντοτε φακέλους σα να ετοίμαζες
τη δίκαιη διαθήκη σου. Ύστερα
τα τοποθέτησες προσεχτικά στα ράφια. Tώρα, γαλήνιος,
(ίσως και κάπως φοβισμένος) ούτε βιάζεσαι
ούτε καθυστερείς, γνωρίζοντας ότι, μετά το θάνατό σου,
θ' ανακαλύψουμε πόσον ωραίος ήσουν,
πόσο πολύ πιο ωραίος πέρα απ' τις αρετές σου.
Aθήνα, 16.1.1988
-
Κοιταζοντας μερικα λουλουδια.
Το φως ειναι γυρω απο τα πεταλα και πισω τους:
Μερικα πεταλα ζουν στην αλλη μερια του φωτος
σαν το ηλιοφως που σερνεται στο χαλι
οπου το φερετρο ειναι ακουμπισμενο,μην ξεροντας σε ποιο
κοσμο εχει μπει.
Και χνουδωτα φυλλα,μαλλια που φυτρωνουν καποιου ζωου
θαμμενου στα πρασινα χαρακωματα του φυτου.
'Η η γη που πανω της το σπιτι τουτο ειναι,
απελευθερωμενη απο τη θαλασσα μολις εδω και πεντεξι χιλιαδες
χρονια.
Robert Bly.
ΟΙ ΜΕΡΕΣ:ΑΝΟΙΞΗ
Εκεινος γραφει:"Aς υπομεινουμε
τις ψευδαισθησεις μας μαζι..."
Κι εγω ολο σκεφτομαι:
ολες οι φαντασιωσεις μου
βγαινουν αληθινες΄ποια ειμ'εγω
να εχω ψευδαισθησεις;
Eκεινος γραφει:"Aλλα ποιος ειναι
αγιος;"Η γυναικα του 9
ειναι κλειδωμενη στο μπανιο.
Πεντε ωρες φωναζει
βρονταει τους τοιχους κι ακουει φωνες
να χανονται στο χωλ.
Σπανε την κλειδαρια.
Οι εραστες περναν και πανε για φαι,
γυρω στις 2 η ανια εχει πια εγκατασταθει.
Κενοτητα του καθρεφτη και
η αποτυχια των κλασικων.
Ματια στο ταβανι
σε παυσεις της ερωτικης πραξης:
o απειρος αυτος τρομαγμενος χωρος.
Εκεινος γραφει:"To βαθος του πονου
ολο μεγαλωνει".
Στην πορεια καθισαμε χαμω στο δρομο
εκεινη προσφερε τη σκισμενη της εφημεριδα
"Ποιος θα ζησει μετα την Αμερικη;"
τραγουδαγανε στην λεωφορο Λενοξ.
Σαββατοκυριακο στην αρχη του καλοκαιριου.
Η πιθανοτητα να ξαναρχισεις.
Απ'ολο και λιγοτερες πιθανοτητες
το μελλον φτιαχνει την πλοκη του.
Περπαταω στην Τριτη Λεωφορο,
μπρατσα γυμνα,μαλλια στον ανεμο.
Αργοτερα εμφανιζονται τ'αστερια σαν γεγονοτα,
ο αστερισμος μου ρεει στο κεφαλι μου ποταμι,
γυναικας σωμα σταυρωμενο μ'αστρα.
Adrienne Rich.
ΑΝΑΣΑ
Οταν τους δεις
πες τους πως ειμαι ακομη εδω
οτι στεκομαι στο ενα ποδι ενω το αλλο ονειρευεται,
οτι αυτος ειναι ο μονος τροπος.
οτι τα ψεματα που λεω σ'αυτους ειναι αλλα
απο τα ψεματα που λεω στον εαυτο μου,
οτι οντας εδω κι εδω και περα εκει
γινομαι οριζοντας,
οτι οπως ο ηλιος ανατελλει και δυει εγω ξερω τη θεση μου,
οτι ειναι η ανασα που με σωζει,
οτι ακομη και οι βιασμενες συλλαβες της πτωσης ειναι ανασα,
οτι αν το σωμα ειναι κιβουρι ειναι και ντουλαπα ανασας,
οτι η ανασα ειναι καθρεφτης θολωμενος απ'τις λεξεις,
οτι η ανασα ειναι το μονο που επιζει μετα την κραυγη"βοηθεια"
οπως μπαινει στ'αυτι του ξενου
και μενει καιρο αφου η λεξη εχει φυγει,
οτι η ανασα ειναι παλι η αρχη,οτι μ'αυτη
καθε αντισταση εχει μειωθει,οπως το σωμα μειωνεται
απ'τη ζωη,το σκοταδι απο φως,
οτι ανασα ειναι αυτο που τους δινω οταν τους στελνω
την αγαπη μου.
Μark Strand.
-
Tο Ζητημα-Γιαννης Σκαριμπας
Δεν ηταν δα τοσο σπουδαιο:Nα φυγεις-ξεπορτωντας-
χωρις την πορτα ν'ανοιγες-αδυνατο.Χρυση,
πρωτα την πορτα ανοιγοντας κι απε-ποκειθες-βγωντας,
μπορει ο καθεις-εξον λολος-να φευγει(οπως εσυ).
Το ζητημα δεν ειναι αυτο.Ουτε πως ξερεις να στο-
λιζεις το γραμμα σου μ'ανθια που κλεις μεσ'στο γραφτο:
ξερεις οτι μη γραφτοντο κι οτι μη στελνοντας το-
για να το λαβω αδυνατο-αδυνατο κι αυτο.
Το ζητημα ειναι το γ ι α τ ι(της γνωσης μου της λιγης,
τοσο ειναι το φως και τοσο η σκεψη μου εμενα ειν'θαμπη)
ν'ανοιξει πρεπει η πορτα π ρ ι ν για να μετα συ φυγεις,
κι οχι να κλεισει απο μετα-ενω συ θα'χες μπει...
Χαλκιδα,1975.
-----------------------------------------------------------
Αιωνια.
Μας χωρισαν στα δυο σαν το ροδακινο
μα κατι απομεινε απο μας
πικρο κουκουτσι
μην το σπας
ειμαστε μεσα.
ΤΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ
Τις πετρες που σωριαστηκαν απο τα γκρεμισμενα τειχη
τις μαζεψαν κρυφα κρυφα
και στησαν μια καλυβα
για να φυλαγονται τις νυχτες του χειμωνα
καθως θα χτιζουνε ξανα τα τειχη
με τις πετρες που σωριαστηκαν απο τη γκρεμισμενη καλυβα.
Λ.Ζενακος
---------------------------------------------------------------------------------
Χωρις ανταποκριση
Λαχανιασμενος και αιματοβρεχτος επεστρεψα
απο το πεδιο της μαχης.Στ'αυτια μου
το σφυριγμα των οβιδων,οι κραυγες των πληγωμενων
οι σειρηνες των νοσοκομειακων.
Ποθουσα να ξεσχισω τα ρουχα σου μες στο σκοταδι,
να τυραννησω το κορμι σου,να ματωσω τα χειλη σου,
να μεταδωσω τον πυρετο μου στα εκπληκτα ματια σου,
να μεταγγισω τους σφυγμους της αγωνιας μου στις λαγονες σου
να κοιμηθω πανου στ'ολογυμνο κορμι σου ή να πεθανω.
Εσυ ομως,επεμενες ν'αναψεις το φως,
να γεμισεις το λουτρο με ζεστο νερο για το μπανιο μου,
να ξελασπωσεις τα σπραπατσαρισμενα μου παπουτσια,
να στρωσεις το κρεβατι,με καθαρα σεντονια.
ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΓΕΦΥΡΙ
Το κορμί μου δεν ειναι γεφύρι'δεν μπορείς να περασεις και να σωθεις,
δεν μπορεις να γλυτωσεις το ποταμι.
Τασος Κορφης
--------------------------------------------------------------------------------------------
ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ
Μια μερα θα με πουν φακιρη
μεσ'απ'το στηθος μου εβγαλα κοκκινα περιστερια
μεσ'απ'τα ματια μου καπνο
περασα ξιφη στα ονειρα μου
διεπραξα κλοπες δι'υποβολης
απο αγαπη,σας τ'ορκιζομαι,απο τυψεις ισως
μια μερα θα με πουν ομοφυλοφιλο
εκεινον ευγενη κι ομοφυλοφιλο
εμενα πονηρο απλως
θα με πουν οχια:εναν κοινο προδοτη!
εμπρηστη!
οι τιμιοι συμπολιτες μου
θα'ρθουν και θα κοπρισουνε στον ταφο μου(εικονικον)
μα τα παιδια τους---α,οι εφηβοι!
αυτοι θα μ'αναστησουνε,και θα με πουνε ποιητη
ΔΕΝ ΝΤΡΕΠΟΜΑΙ
ΚΩΣΤΑΣ ΤΑΧΤΣΗΣ
-
ΑΦΗΣΕ ΛΕΥΤΕΡΑ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΜΟΥ
(Πάμπλο Νερούδα)
'Αφησε λεύτερα τα χέρια μου
και την καρδιά μου, άφησε λεύτερη!
'Αφησε τα δάχτυλά μου να τρέξουν
στους δρόμους του κορμιού σου.
Το πάθος - αίμα, φωτιά, φιλιά -
με ανάβει με τρεμουλιαστές φλόγες.
Αλλά εσύ δεν ξέρεις τι είναι τούτο!
Είναι η καταιγίδα των αισθήσεών μου
που διπλώνει τον ευαίσθητο δρυμό των νεύρων μου.
Είναι η σάρκα που φωνάζει με τις διάπυρες γλώσσες της!
Είναι η πυρκαγιά!
Και συ είσαι εδώ, γυναίκα σαν άθικτο ξύλο
τώρα που η καμμένη μου ζωή πετάει
προς το γεμάτο με άστρα, σαν τη νύχτα, σώμα σου!
'Αφησε λεύτερα τα χέρια μου
και την καρδιά μου, άφησε λεύτερη!
Δεν είναι έρωτας, είναι επιθυμία που ξεραίνεται και σβήνει,
είναι καταιγισμός από ορμές,
προσέγγιση του απίθανου,
αλλά υπάρχεις εσύ,
υπάρχεις εσύ για να μου δώσεις τα πάντα,
και για να μου δώσεις αυτό που κατέχεις ήρθες στη γη -
όπως εγώ ήρθα για να σε περιέχω
για να σε επιθυμώ,
για να σε δεχτώ!
-
Νομιζω ειναι το καταλληλο thread για να προτεινουμε και βιβλια που εχουμε διαβασει και συστηνουμε.Οσες/οι ενδιαφερονται για βιβλια ψυχαναλυτικου στοχασμου,κατι που ειναι παλιο δικο μου αλλα αγαπημενο ειναι των Νιουμαν/Μπερκοβιτς,(τοτε ηταν στις εκδοσεις θυμαρι,τωρα δε γνωριζω,αλλα αξιζει να το αναζητησετε,σαφως και το αξιζει!)
Ειναι απλο,σαφες,κατανοητο απ΄ολους,χωρις ξυλινη γλωσσα με δυσνοητους ορους,με παραδειγματα και ερωτησεις που σε βοηθανε να δεις μεσα σου.Καποιες φορες τα ερωτηματα ειναι σκληρα,ισως λιγο σοκαρουν τον αμαθο στα τερτιπια της ψυχολογιας,αλλα ειναι εξαισια αναζωογονητικο να βρισκεις τις απαντησεις,και την τονωση μεσα απο θετικη παροτρυνση.
Δινω δειγμα:
"Θα το πιστευες οτι,κανοντας δυσκολη τη ζωη σου νιωθεις οτι ξαναγραφεις το παρελθον σου;
Θα το πιστευες οτι,οταν εσυ μαχαιρωνεις τον εαυτο σου,στο βαθος νιωθεις οτι ειναι"αυτοι οι αλλοι"που ματωνουν;
Θα το πιστευες οτι,οταν εσυ κρυβεις το προσωπο σου στα χερια σου,ξερεις οτι ειναι"αυτοι"οι αλλοι που λυπουνται;"
"Πριν εγκαταλειψεις τους ανθρωπους,
Πριν εγκαταλειψεις την προσαρτηση,
Πριν εγκαταλειψεις την αγαπη,
Σκεψου:
Eχεις το κουραγιο να κοιταξεις επιμονα τον εαυτο σου;"
"Mπορεις να εισαι ο λυπημενος ανθρωπος που βλεπω τωρα,οπως επισης μπορεις να εισαι ο χαρουμενος και ενθουσιωδης τυπος που ακουμε στο ραδιοφωνο.Γιατι κρατας αυτον τον θαυμασιο ανθρωπο μονο για τους ακροατες σου;Γιατι να μην εισαι ετσι και για τον εαυτο σου;"
"Το ξερεις οτι αν παρεις τη μιση μονο δυναμη που καταναλωνεις για να ζησεις δυστυχισμενα και τη διαθεσεις για να ζησεις καλα,
μπορεις να εχεις μια ομορφη ζωη;"
"Nα κρατας στα χερια σου τη ζωη σου δε σημαινει απλα και μονο ν'απομακρυνθεις,να φυγεις απο την οικογενεια σου.Σημαινει επισης,να βαλεις την οικογενεια σου εξω απο τον εαυτο σου."
Καλη αναγνωση,παμε!
-
Από τον πρόλογο του "Σκλάβοι Πολιορκημένοι"
-τα Ποιητικά, O Kέδρος 1956 ( Βάρναλης Kώστας )
Xτες και σήμερα ίδια κι όμοια, χρόνια μπρος, χρόνια μετά...
H ύπαρξή σου σε σκοτάδια όλο πηχτότερα βουτά.
Tάχα η θέλησή σου λίγη, τάχα ο πόνος σου μεγάλος;
Aχ, πού σαι, νιότη, πού δειχνες, πως θα γινόμουν άλλος!
--->διαβάζει: Βάρναλης Kώστας, "O Bάρναλης διαβάζει Bάρναλη", Διόνυσος
-
ΤΟ ΚΟΡΑΚΙ του Έντγκαρ ʼλαν Πόε
ΜΙΑ φορά, τα μεσάνυχτα τα σκοτεινά, αδύναμος και αποκαμωμένος καθώς συλλογιζόμουν,
πάνω σε ένα πολύ ασυνήθιστο και περίεργο τόμο απολησμονημένης γνώσης,
έγειρα το κεφάλι, ίσα που μ' έπαιρνε ο ύπνος· τότε έξαφνα, έρχεται ένας ανάλαφρος σιγανός χτύπος,
όπως όταν κάποιος χτυπάει ευγενικά την πόρτα του δωματίου μου.
5- «Κάποιος επισκέπτης θα είναι» μουρμούρισα «που χτυπάει την πόρτα του δωματίου μου?
Μόνο αυτό και τίποτα παραπάνω».
Αχ! Χαρακτηριστικά θυμάμαι πως ήταν τον ανεμοδαρμένο παγερό Δεκέμβρη,
και η κάθε μια ξεχωριστή ξεθρακιασμένη σπίθα άπλώνε βαθμιαία το φάσμα της στο πάτωμα.
Ανυπόμονα ευχόμουν να έρθει το αύριο ? μάταια είχα γυρέψει να δανειστώ από τα βιβλία μου
10- ένα τρόπο να δοθεί τέλος στη λύπη, την λύπη για την απολεσθείσα Λενόρ
την εξαίρετη κι? απαστράπτουσα κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ ?
εδώ όμως μένει παντοτινά.χωρίς όνομα να την καλούν.
Και το μεταξένιο, λυπητερό, αβέβαιο θρόισμα της κάθε μιας βυσσινί κουρτίνας,
μου γεννούσε το ρίγος της συγκίνησης, με καταλάμβανε με τέτοιους φανταστικούε τρόμους που δεν τους είχα νοιώσει ποτέ πριν.
15- Έτσι που, τώρα, για να νεκρώσω το δυνατό μου χτυποκάρδι, στάθηκα όρθιος και είπα σα να επαναλάμβανα:
«Κάποιος επισκέπτης θα είναι στην θύρα της κάμεράς μου που εκλιπαρεί να εισέλθει.
Κάποιος αργοπορημένος επισκέπτης που εκλιπαρεί από την πόρτα του δωματίου μου να εισέλθει.
Για αυτό πρόκειται και όχι για κάτι περισσότερο».
Η ψυχή μου γυρίζοντας στη θέση της ενδυναμώθηκε, και πλέον δεν ήταν σε δισταγμό.
20- «Κύριε» είπα εγώ, «ή Κυρία, ειλικρινά εκλιπαρώ την συγχώρεσή σας,
αλλά το γεγονός είναι ότι με πήρε ο ύπνος κι έτσι ανάλαφρο που ήταν το άξαφνο σας χτύπημα,
και τόσο υποτονικά που ήρθε το ελαφρύ άξαφνο χτύπημα, ο ανάλαφρος κρότος στη θύρα του δωματίου,
που πολύ αμφιβάλλω αν Σας άκουσα» ? εδώ ανοίγω διάπλατα την πόρτα ?
σκοτάδι εκεί και τίποτα άλλο.
25- Κοίταξα ερευνητικά, βαθιά μέσα στο σκότάδι εκείνο, μένοντας εμβρόντητος εκεί, για πολύ, νοιώθοντας το δέος,
την αμφιβολία, και βλέποντας όνειρα, που κανείς ποτέ θνητός δεν τόλμησε πιο πριν να ονειρευτεί.
Όμως τίποτα δεν τάραζε την σιγαλιά, και η ακινησία δεν μου έδινε κάποιο σημείο,
και η μόνη λέξη που ακούστηκε εκεί, ήταν η ψιθυριστή λέξη «Λενόρ».
Αυτό ψιθύρισα εγώ, και μια ηχώ μου αντιγυρνά ψιθυριστά την λέξη «Λενόρ».
30- Απλώς αυτό και άλλο τίποτα.
Ξαναγυρίζοντας στην κάμερα, φλεγόταν ολόκληρη η ψυχή μέσα μου
και σε μικρό διάστημα άκουσα πάλι ένα ανάλαφρο χτύπο, κάτι δυνατότερο από το προηγούμενο.
«Ασφαλώς» είπα εγώ, «ασφαλώς ετούτο είναι στο καφασωτό του παραθύρου μου,
ας δω επομένως τι είναι σε εκείνο το σημείο και το μυστήριο αυτό να διερευνήσω?
35- ας νεκρώσω την καρδιά μου μια στιγμή και ας διερευνήσω το μυστήριο αυτό?
Ο άνεμος θα είναι και άλλο τίποτα».
Σε αυτό το σημείο ανοίγω το πατζούρι, όταν, με ένα πολύ φευγαλέο πέταμα και φτεροκόπημα,
εκεί μέσα μπήκε ένα μεγαλόπρεπο Κοράκι των παλαιών ευσεβών εποχών.
Χωρίς να κάνει βαθιά υπόκλιση, δίχως στιγμή να σταματήσει ή να σταθεί στη θέση του,
40- αλλά υποσκάπτοντας τους καλούς τρόπους, πήγε και κούρνιασε ψηλά στην θύρα της κάμεράς μου-
κάθισε ψηλά, πάνω στο μπούστο της Παλλάδας, ακριβώς πάνω από την πόρτα της κάμεράς μου-
κούρνιασε ψηλά και κάθισε χωρίς να κάνει τίποτα άλλο.
Ύστερα, αυτό το πουλί στο μαύρο του εβένου ξεγέλασε την οικτρή μου ψευδαίσθηση να φτάσει σε χαμόγελο,
με το βαρύ και άκαμπτο τυπικό της αταραξίας που φορούσε.
45- Του είπα «Μολονότι το λοφίο σου είναι απογυμνωμένο και ξυρισμένο είσαι εσύ, δειλό πάντως δεν είσαι,
ειδεχθές, αποτρόπαιο και παλαιό Κοράκι που πλανιέσαι από την όχθη της Νύχτας?
για πες μου ποιο είναι το αρχοντικό σου όνομα που σε καλούν στην όχθη της Υποχθόνιας Νύχτας!»
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.
Πολύ εξεπλάγην από το άκομψο αυτό πουλί, ακούγοντάς το να συνδιαλέγεται τόσο ανεπιτήδευτα,
50- μολονότι η απάντησή του λίγα σήμαινε ? μεγάλη συνάφεια δεν είχε.
Διότι αναπόφευκτα συμφωνούμε ότι κανένα ζωντανό ανθρώπινο ον
ποτέ δεν είχε την ευτυχία να δει ένα τέτοιο πουλί πάνω από την πόρτα της κάμαράς του?
είτε επρόκειτο για πουλί, είτε για κτήνος, πάνω στο γλυπτό μπούστο ψηλά στην πόρτα της κάμεράς του,
να έχει ένα τέτοιο όνομα όπως το «Ποτέ πια».
55- Αλλά το Κοράκι στεκόταν μοναχό σε αυτό το γαλήνιο μπούστο, λέγοντας μονάχα
εκείνες τις λέξεις, λες και η ψυχή του ξεχείλιζε με εκείνες τις λέξεις.
Τίποτε παραπέρα κατόπιν δεν εκστόμισε, και ούτε ένα πούπουλό του κατόπιν δεν πετάρισε?
Ώσπου, μόλις ψιθυρίζοντας, μουρμούρισα: «Κι άλλοι φίλοι μου, από πριν, πάνε, πετάξανε και φύγανε?
Σαν θα έρθει το πρωί και τούτο θα με αφήσει, όπως πέταξαν και πάνε οι Ελπίδες μου οι παλιές».
60- Μετά το πουλί είπε, «Ποτέ πια».
Ξαφνιασμένος με την ακινησία που μόνο η τόσο επιδέξια δοσμένη απάντηση την διέκοπτε,
είπα: «Δίχως αμφιβολία, αυτό που εκφέρει είναι το μόνο του εφόδιο και υλικό
που γράπωσε από κάποιον δυστυχισμένο αφέντη που η ανηλεής του Kαταστροφή
τον ζύγωνε όλο και πιο κοντά, μέχρι που τα τραγούδια του μία μοναδική επωδό να φέρουν,
65- μέχρι που οι θρήνοι της Ελπίδας του να φέρνουνε το μελαγχολικό φορτίο
του Ποτέ ? Ποτέ πια».
Αλλά το Κοράκι ακόμη ξεστράτιζε την καταλυπημένη μου ψυχή στο γέλιο,
Ευθύς, τσούλησα ένα κάθισμα με μαξιλάρια μπροστά από το πουλί και το μπούστο και την πόρτα.
Κατόπιν, βουλιάζοντας πάνω στο βελούδο, επιδόθηκα σε συνδυασμούς της μιας φαντασίωσης με την άλλη,
70- Σκεπτόμενος τι είναι εκείνο το οποίο εννοεί το δυσοίωνο ? του παλαιού καιρού? πουλί,
Τι είναι εκείνο το οποίο εννοούσε το ζοφερό, άχαρο, ειδεχθές, πένθιμο και δυσοίωνο ?του παλαιού καιρού? πουλί
Τι εννοούσε κρώζοντας «Ποτέ πια».
Έτσι ήμουν καθισμένος, κλεισμένος σε εικασίες, χωρίς να εκφράσω ούτε συλλαβή
στο πουλί, του οποίου τα φλογισμένα μάτια τώρα βάζανε φωτιά στα ενδόμυχα της καρδιάς μου·
75- Για ετούτα και για άλλα, καθόμουν κι έκανα εικασίες με το κεφάλι μου αναπαυτικά πλαγιασμένο,
στην βελούδινη επένδυση του μαξιλαριού, όπου έπεφτε χαιρέκακα το φως της λάμπας.
Αλλά όμως εκείνης ακριβώς της βελούδινης μενεξεδένιας επένδυσης όπου χαιρέκακα έπεφτε το φως της λάμπας,
και που Εκείνη δεν θα πιέσει, αχ, ποτέ πια.
Κατόπιν μου φάνηκε να πυκνώνει ο αέρας, αρωματιζόμενος από κάποιο αόρατο θυμιατήρι
80- που το έσειε ένα Σεραφείμ και τα βήματά του κουδούνιζαν στο πυκνό δάπεδο.
«Φουκαρά» είπα με φωνή μεγάλη, «ο Θεός έχει προσφέρει σε εσένα ? δια μέσω αυτών των αγγέλων, έχει προσφέρει σε εσένα
Ανακούφιση ? ανακούφιση και νηπενθές από τις αναμνήσεις της Λενόρ!
Πίνε, ω, πίνε με γουλιές μεγάλες αυτό το ευγενικό το νηπενθές και ξέχασε αυτήν την απολεσθείσα Λενόρ».
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.
85- «Προφήτη!» είπα «το πράγμα του κακού! ? προφήτη εντούτοις, μια πουλί μια διάβολος
είτε σε στέλνει ο Πειρασμός, ή και αν η θύελλα σε στριφογύρισε και σε έριξε εδώ στην ξηρά,
Εγκαταλελειμμένο, απτόητο παρ' όλα αυτά, σε αυτή την έρημη χώρα σε έριξε δεμένο με μάγια ?
σε αυτό το σπίτι που το στοίχειωσε η Φρίκη - έλα, πες μου, αληθινά, σε παρακαλώ,
πες μου πες μου εκλιπαρώ, βρίσκεται κάποιο βάλσαμο παρηγοριάς στα βουνά της Γαλαάδ;»
90- «Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.
«Προφήτη!» είπα «της συμφοράς το πράγμα! - προφήτη εντούτοις, είτε πουλί είτε διάβολος!
Στο
όνομα του ουρανού που πάνω μας κυρτώνει, στο όνομα του Θεού που και οι δυο μας λατρεύουμε?
Λέγε σε ετούτη την ψυχή την φορτωμένη θρήνο, λέγε αν μέσα στην μακρινή Εδέμ,
Πρόκειται να σφίξει στην αγκαλιά της μια αγιασμένη κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ-
95- Αν σφίξει μια εξαίρετη και απαστράπτουσα κόρη που την αποκαλούν οι άγγελοι Λενόρ?
Αν σφίξει μια εξαίρετη και απαστράπτουσα κόρη που Λενόρ την αποκαλούν οι άγγελοι».
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.
«Το σύμβολο του αποχωρισμού μας να γίνουνε αυτές οι λέξεις, πουλί ή πνεύμα του κακού!»
Με μια στριγκλιά σηκώθηκα, κάνοντας μια κίνηση αναρρίχησης ?
100- «Να επιστέψεις στη θύελλα και στην όχθη της Καταχθόνιας Νύχτας!
Μαύρο φτερό να μην αφήσεις σαν ενθύμημα του ψεύδους που έχεις πει από την ψυχή σου!
Μη μου ταράζεις τη μοναχικότητα! Φύγε απ' το μπούστο πάνω απ' την πόρτα μου!
Πάρε το ράμφος σου από τα μύχια της καρδιάς μου, και πάρε τη μορφή σου μακρυά απ' την πόρτα μου!»
«Ποτέ πια», είπε το Κοράκι.
105- Και του Κορακιού το γρήγορο αθόρυβο πέταγμα δεν ακούγεται, ακίνητο κάθεται, ασάλευτο κάθεται,
στο κατάχλομο μπούστο της Παλλάδας, πάνω ακριβώς από την πόρτα της κάμερας
και τα μάτια του έχουνε τα πάντα απ' την όψη ενός δαίμονα που ρεμβάζει,
και το φως της λάμπας χύνεται απάνω του, ρίχνοντας στο δάπεδο τη σκιά του·
και η ψυχή μου, από μέσα από τη σκιά που κινείται και απλώνεται στο πάτωμα,
110- δεν θα ανασηκωθεί ? ποτέ πια.
-
ΤO ΠΑΡΤΥ ( Μάνος Χατζιδάκις )
--->ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΧΟΡΝ από τη μουσική παράσταση "Οδός Ονείρων" σε μουσικη του Μάνου Χατζιδάκι
Αυτή η γειτονιά είναι για όλους μας ένα κλουβί,
κανείς δε ζει αληθινά αυτό που θα θελε να ζει,
γιατί το όνειρο είναι μια στιγμή και
όλες οι άλλες οι στιγμές απελπισία
μέσα σ αυτό το δρόμο γεννιόμαστε, ζούμε και πεθαίνουμε,
μαζί με μας και τα όνειρα μας, μαζί με μας και τα παιδιά μας.
Γι' αυτό ένα πάρτυ σ' αυτό το δρόμο
είναι πιο θλιβερό και από τον ίδιο το θάνατο,
είναι ένα γραμμόφωνο που ολοένα ξεκουρδίζεται,
δυο ιδρωμένα χέρια στο άσπρο φόρεμα ενός κοριτσιού,
ένας σκύλος που απορεί,
ένα ποτήρι αδειανό στην άκρη της αυλής μου,
μια κόκκινη κορδέλα στα μαλλιά της,
ένας κρυφός αναστεναγμός,
ένα αρπαχτικό βλέμμα θηρίου που δεν τολμάει να αγγίξει,
ένα κλουβί στην πόρτα σου με ένα πουλί που κοιμάται...
Γι' αυτό ένα πάρτυ στην Οδό των Ονείρων
είναι πιο θλιβερή και από τη στιγμή του ονείρου,
είναι ένα ξέφτισμα ζωής,
ένα παιχνίδι χάρτινο στα χέρια των αγγέλων.
Κοιτάχτε τούτο το κλουβί
είναι λιγάκι πιο μεγάλο από την καρδιά μου,
κι όμως δεν μπορεί να χωρέσει την αγάπη μου,
κοιτάχτε και τούτο το κορίτσι
θα του χαρίσω το κλουβί κι ένα τραγούδι θα μου πει...
για το πουλί που χάθηκε, για το πουλί που πια δε ζει