Originally Posted by
aposperittis
Καλησπέρα στην υπέροχη παρέα σας!
Μόλις εκδόθηκε το πρώτο μου βιβλίο Με όνομα "Το Ξύπνημα", λαμβάνοντας άριστες κριτικές από όλα τα δημοφιλή Blogs όπως Tromaktiko,innews κλπ.
Είναι ένα μυθιστόρημα φαντασίας -τρόμου το οποίο ευελπιστεί να ανοίξει μια νέα κατηγορία στον κόσμο της λογοτεχνίας μιας και έχει πάρα πολλά αντιθετικά στοιχεία. Από την μια έντονα συναισθήματα και από την άλλη σκοτεινές εικόνες. Περνάει αγάπη, τρόμο, φόβο και γενικά παίζει με τα συναισθήματα σου τόπο πολύ που χάνεσαι μέχρι το τέλος.
Θα ήταν χαρά μου αν μου λέγατε και εσείς την γνώμη σας!
Μπορείτε να το βρείτε σε όλα τα βιβλιοπωλεία με αριθμό ISBN 978-618-5015-58-9
Λίγα λόγια για εμένα και τα έργα μου θα βρείτε στο site μου esperospublish.ucoz.com
Ένα απόσπασμα:
Σαν να είχε βγει από το σώμα του ο Μάθιου είδε τον εαυτό του να περπατά μόνος του σ’ ένα τεράστιο λιβάδι όπου σε κάθε του βήμα το πόδι του βούλιαζε στο φρέσκο μαλακό χώμα. Γύρω του έβλεπε μόνο μαργαρίτες. Ένα κατακίτρινο ειδυλλιακό τοπίο που τον έκανε να νιώθει ότι ήταν και αυτός ένα κομμάτι από αυτό. Περπατούσε ξέγνοιαστος ανάμεσα τους χαϊδεύοντας απαλά με τα ακροδάχτυλα του τα λουλούδια. Όπως περπατούσε αμέριμνος είδε την Μαρή στην άλλη άκρη να του χαμογελά καθώς ένα πολύ ελαφρό αεράκι τής ανέμιζε τα κατάξανθα ανέμελα μαλλιά της. Ήταν υπέροχη, μαγευτική, σαν νεράιδα που είχε έρθει από έναν άλλο κόσμο. Έμοιαζε λες και οι μαργαρίτες τής είχαν πλέξει τα μαλλιά ενώ το ολοκάθαρα φωτεινό ολόλευκο πρόσωπό της είχε την γαλήνη που πάντα αναζητούσε.
Ξαφνικά ο ουρανός σκοτείνιασε και η γη άνοιξε διάπλατα χωρίζοντας το τοπίο σε δυο κομμάτια. Στην μία άκρη ήταν αυτός και στην άλλη η αγαπημένη του Μαρή η οποία άπλωσε το χέρι της σαν να ήθελε να τον αγγίξει. Με τον πόνο χαραγμένο στο πρόσωπο του ο Μάθιου άπλωσε και εκείνος το χέρι του αλλά ήταν τόσο μακριά από εκείνη. Με μια απότομη κίνηση η Μαρή εξαφανίστηκε, σαν κάτι να την τράβηξε πίσω βίαια.
Ο Μάθιου έμεινε τώρα μόνος του να κοιτάζει το απέραντο κενό. Οι μαργαρίτες πλέον γύρω του είχαν μαραθεί όλες. Εκτός από μία. Ένα μικρό κίτρινο λουλουδάκι παρέμενε όρθιο πηγαίνοντας κόντρα στον όλεθρο που επικρατούσε γύρω από αυτό. Έσκυψε και το έκλεισε προσεκτικά με τις παλάμες του σαν να ήθελε να το προστατέψει. Αμέσως μια σπίθα ελπίδας του ζέστανε την καρδιά. Ένιωσε ότι δεν είχαν χαθεί τα πάντα, ότι μπορούσε ακόμα να καταφέρει κάτι. Αρκεί να είχε πίστη στον ίδιο του τον εαυτό. Τίποτα δεν είχε χαθεί ακόμα.