Quote:
Originally posted by arktos
κανόνας 1 ο [kanónas] Ο2 : I1. ό,τι ρυθμίζει υποχρεωτικά σχέσεις ή τρόπους ενέργειας. α. γενική διατύπωση που αφορά τη μορφή και τις σχέσεις όμοιων φαινομένων· (πρβ. νόμος): Γραμματικοί / συντακτικοί κανόνες. Οι κανόνες της αριθμητικής / της γεωμετρίας. Σύμφωνα με τους κανόνες του συλλαβισμού τα δίψηφα δε χωρίζονται. Οι κανόνες του τονισμού έχουν πολλές εξαιρέσεις. (έκφρ.) κάθε ~ έχει και τις εξαιρέσεις του ή δεν υπάρχει ~ χωρίς εξαίρεση, για να δηλώσουμε ότι τίποτε δεν είναι απόλυτο. η εξαίρεση επιβεβαιώνει τον κανόνα, για να δηλώσουμε τη γενι κή ισχύ που έχει μια κρίση, μια άποψη. || Οι κανόνες της λογικής, που είναι θεμελιωμένοι στη λογική νόηση. β. κατευθυντήρια γραμμή που πρέπει να ακολουθήσει κανείς σε κπ. τομέα: Tαινία γυρισμένη με όλους τους κανόνες της κινηματογραφικής τέχνης. || έργο που χρησιμεύει ως υπόδειγμα: Ο ~ του Πολυκλείτου, το άγαλμα «Δορυφόρος» που δίνει τις ακριβείς αναλογίες του αντρικού σώματος. γ. (οικον.) νομισματικός ~, η καθορισμένη βάση του νομισματικού συστήματος ενός κράτους. Xρυσός* ~. ~ χρυσού. 2α. ό,τι ρυθμίζει με την ισχύ του νόμου ή της συνήθειας τον τρόπο συμπεριφοράς και γενικά τις σχέσεις των ατόμων μέσα στο κοινωνικό ή σε οποιοδήποτε άλλο σύνολο: Kανόνες δικαίου, το δίκαιο που ισχύει σε μια κοινωνία. Zει σύμφωνα με τους ηθικούς κανόνες. Kανόνες καλής συμπεριφοράς. Οι κανόνες της μοναστικής ζωής. Kανόνες οδικής κυκλοφορίας, που ρυθμίζουν την κίνηση οχημάτων και πεζών. H ειλικρίνεια είναι γι΄ αυτόν ~ απαράβατος / ~ ζωής. Tηρώ / εφαρμόζω / παραβαίνω έναν κανόνα. || Οι κανόνες ενός παιχνιδιού, συμβάσεις που καθορίζουν τον τρόπο με τον οποίο παίζεται ένα παιχνίδι, και ως έκφραση, όροι που πρέπει να γίνουν αποδεκτοί και από τις δύο πλευρές σε μια πολιτική, κοινωνική ή άλλη δραστηριότητα. β. ιεροί κανόνες, που έχουν θεσπιστεί από την εκκλησία και αφορούν κυρίως την πρακτική ζωή των πιστών, σε αντιδιαστολή προς τους νόμους του κράτους που αφορούν την εκκλησία. II. ό,τι συμβαίνει συνήθως ή ό,τι έχει καθιερωθεί να γίνεται. ANT εξαίρεση: Οι φθινοπωρινές βροχές είναι ο ~. Στην οικογένειά μας όλοι είναι ψηλοί, εγώ είμαι η εξαίρεση του κανόνα. Φέτος έγινε μια παρέκκλιση από τον κανόνα που ισχύει χρόνια, να συγκεντρώνεται όλη η οικογένεια την πρωτοχρονιά. (έκφρ.) κατά (γενικό) κανόνα: Οι σημερινοί νέοι είναι κατά κανόνα κοινωνικά ώριμοι.
με απλα λογια δηλαδη....