Μήπως τελικά είμαι υπερβολική και κακός άνθρωπος?
Καλησπέρα συμφορουμίτες! Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας κάτι που με βασανίζει εδώ και καιρό, οπότε συγχωρέστε με για το σεντόνι που θα ακολουθήσει!
Ως ενήλικας πια, δεν έχω να θυμάμαι κάτι καλό από την παιδική μου ηλικία, μόνο τη σχέση μου που είχα με τη γιαγιά μου από την πλευρά της μητέρας μου, με την οποία ένιωθα πιο οικεία και περνούσα πολύ χρόνο μαζί της. Της είχα αδυναμία και εκείνη μου είχε και ένιωθα τόσο ζεστά μαζί της και έλαβα την αγάπη που δεν πήρα από τους γονείς μου (μέναμε κοντά με την γιαγιά μου). Μέχρι τα δέκα περίπου, ο πατέρας ήταν βίαιος, έχω υποστεί λεκτική και σωματική κακοποίηση, ενώ όταν μεγάλωσα μου άρχισε να με κακοποιεί ψυχολογικά. Δεν έχω να θυμάμαι τίποτα ευχάριστο από την παιδική μου ηλικία, μάλιστα θυμάμαι ότι μας εγκατέλειψε σε μια ερημιά με την αδερφή μου (5 ετών εγώ, 4 ετών εκείνη), αλλά ήρθε και μας μάζεψε μετά από πέντε λεπτά (η μητέρα μου ήταν μέσα στο αυτοκίνητο και δεν είπε κάτι). Βέβαια, χρεώνω και στη μητέρα μου αρκετά πράγματα, γιατί αντί να πάρει διαζύγιο και να με προστατεύσει (εγώ έτρωγα το περισσότερο ξύλο, ενώ η αδερφή μου σπάνια), εκείνη είναι ακόμα μαζί του και μάλιστα όταν την ρώτησα γιατί δεν τον χώριζε εκείνη υπονόησε για το τι θα έλεγε ο κόσμος. Βέβαια ούτε από τη μητέρα μου έχω να θυμάμαι καλά πράγματα, καθώς θυμάμαι ότι είχε καβαλήσει τα κάγκελα του μπαλκονιού για να πέσει από τον 3ο όροφο κι εγώ της μίλησα να μην το κάνει (ηλικία περίπου 8) και φυσικά όλα αυτά συνέβησαν αφού ο πατέρας μου της είχε μιλήσει άσχημα. Δεν ανέφερα τυχαία πιο πάνω τη γιαγιά μου. Όταν ήμουν 10 ετών, εμείς με την οικογένεια μου πηγαίναμε στο νησί που έχουμε σπίτι και καθόμασταν πολύ καιρό και ερχόταν η γιαγιά μου για λίγες ημέρες. Θυμάμαι ότι την πήγαμε στο λιμάνι για να επιστρέψει στην πόλη μας και έκλαιγα επειδή θα την έβλεπα μετά από καιρό. Όταν μπήκε στο πλοίο, ο πατέρας μου είπε να μην δένομαι τόσο πολύ με τη γιαγιά γιατί δε θα είναι για πάντα μαζί μας και έγω άρχισα να κλαίω πιο πολύ (πάντα ζήλευε τη σχέση που είχα με τη γιαγιά μου, γιατί δεν είχα την ίδια σχέση με την μητέρα του, της οποίας έχω το όνομα).
Κατά την εφηβεία, σταμάτησε να με δέρνει και να με χτυπάει, αλλά η λεκτική βία συνεχίστηκε. Όταν εμφάνισα τικ από το άγχος μου και από αυτά που μου συνέβησαν όταν ήμουν παιδί, συζητήσαμε γιατί ήταν βίαιος απέναντί μου και εκείνος είπε ότι κάποιες φορές είχε τα νεύρα του και ξεσπούσε πάνω μου και ότι ήθελε να είμαι τέλεια ως παιδί, επειδή ως ελάττωμα είχα να χτυπάω την αδερφή μου (ένα χρόνο μικρότερη η αδερφή μου από εμένα). Βέβαια, και η μητέρα μου ήταν πιεστική με μένα όσον αφορά τα μαθήματα παρά το γεγονός πως ήμουν άριστη μαθήτρια. Αν της πήγαινα αντίρρηση, έπεφτε κάτω στο πάτωμα και έκανε πως λιποθυμάει ή πως έχει την καρδιά της για να κάνω αυτό που θεωρούσε έκεινη σωστό. Για τις σπουδές, εγώ ήθελα να γίνω σεφ όταν ήμουν 15 χρονών, αλλά εκείνη δεν άκουγε κουβέντα και μου έλεγε να μπω πρώτα σε ένα πανεπιστήμιο και να πάρω πτυχίο. Εγώ συνέχιζα να πηγαίνω τακτικά στη γιαγιά μου και να περνάω χρόνο μαζί της και ήμασταν εκδηλωτικές η μια προς την άλλη μπροστά στους άλλους (εννοώ ότι με φίλαγε στο μάγουλο, με αγκάλιαζε). Της μητέρας μου της κακοφαινόταν που είχα τέτοια σχέση μαζί της και μου είπε να σταματήσω να πηγαίνω τόσο συχνά για να βγαίνω με την παρέα μου και να μην εκδηλώνουμε τόσο πολύ την αγάπη μας, γιατί ζηλεύει η αδερφή μου και στεναχωριέται. Η μητέρα μου ήξερε πού να με χτυπήσει, καθώς έχω αδυναμία στην αδερφή μου κι αυτόματα με έπιασαν τύχεις και άρχισα να απομακρύνομαι από τη γιαγιά μου, κάτι που το μετανιώνω ακόμα και σήμερα. Ως προς τον πατέρα μου, θυμάμαι ότι όταν ήμουν 18, είχε νεύρα επειδή του είπα κάτι και μου είπε "μακάρι να μην είχες γεννηθεί ποτέ".
Όταν πέρασα στο πανεπιστήμιο, είχα κλειστεί πολύ στον εαυτό μου και δεν έβγαινα πολύ έξω, γιατί πέρναγα μια ερωτική απογοήτευση και η γιαγιά μου δεν ήταν πολύ καλά στην υγεία της, ενώ δε μου άρεσαν τα μαθήματα και ήθελα να τα παρατήσω για να ασχοληθώ με κάτι καλλιτεχνικό. Η μητέρα μου και ο πατέρας μου το απαγόρεψαν, γιατί δεν θα είχα σίγουρη δουλειά και ότι δεν θα έχω πτυχίο. Μάλιστα, η μητέρα μου είπε να πιάσω δουλειά για να μην κάθομαι συνέχεια μέσα. Είχα μια συνέντευξη για δουλειά και εκείνος με ήθελε 8ωρο, αλλά η μητέρα μου είπε να μην πάω τελικά να δουλέψω και ότι εννοούσε να δουλέψω 4 ώρες και όχι 8. Εγώ ήθελα να δουλέψω 8ωρο ώστε να μαζέψω τα χρήματα για να πάω στη σχολή και να σπουδάσω υποκριτική, κρυφά από τους γονείς μου. Η αδερφή μου είδε σε τι άσχημη ψυχολογική κατάσταση ήμουν και μου είπε ότι θα πιάσει δουλειά σεζόν για να με βοηθήσει με τη δραματική σχολή. Όταν ήμουν 20, άρχισα να έχω αμφιβολίες για τη σεξουαλικότητά μου και στο νησί γνώρισα μια κοπέλα, η οποία δούλευε δίπλα στο μαγαζί που δούλευα σεζόν και ήταν ομοφυλόφιλη. Αρχίσαμε να κάνουμε παρέα, αλλά κακοφάνηκε στους γονείς μου το γεγονός ότι ήταν ομοφυλόφιλη και μου είπαν να απομακρυνθώ, γιατί θα μου βγει το όνομα και ότι θα με σχολιάζουν στο νησί (εκείνοι έμαθαν ότι κάνουμε παρέα, γιατί ερχόντουσαν στο μαγαζί που δούλευε η κοπέλα για να φάνε και είδαν ότι ήμασταν κοντά). Αυτή κοπέλα με φλέρταρε και εμένα μου άρεσε, όταν με αγκάλιασε μια φορά ένιωθα σαν πεταλούδες στο στομάχι μου και όταν καθόμασταν εκεί για φαγητό πάντα ρίχναμε κλεφτές ματιές η μία στην άλλη. Ωστόσο, δεν έκανα κάτι μαζί της, γιατί είχα τους γονείς μου να μου λένε να απομακρυνθώ και με συγκλόνισε το γεγονός πως πριν φύγω για δουλειά ήταν η μητέρα μου στο εξοχικό μας σπίτι και άρχιζε να κλαίει λέγοντας πως θα με κάνει λεσβία και πως εγώ δεν είμαι. Όταν σταμάτησα πια τη δουλειά λόγω σεζόν και γύρισα στην πόλη μου, μιλήσαμε μια φορά στο τηλέφωνο και όπως το σήκωσα είπα το ονομά της και ήταν μπροστά ο πατέρας μου και όταν το κλείσαμε ο πατέρας μου με ρώτησε ποιος ήταν και να του δείξω τις κλήσεις μου για να βεβαιωθεί πως δεν ήταν εκείνη στο τηλέφωνο. Εκτός αυτών, γενικά οι γονείς μου υπερηφανεύονται μόνο για τα όσα έχει πετύχει η αδερφή μου στους γνωστούς τους, ενώ για μένα τίποτα.
Και φτάνουμε στο σήμερα. Πριν από τρία χρόνια πέρασα μια περιπέτεια υγείας και έπρεπε να είμαι υπό παρακολούθηση για δύο χρόνια. Θυμάμαι πως μόλις είχα βγει από το νοσοκομείο και οι γονείς μου διατυμπανούσαν το τι είχα και το τι περάσανε (μόνη μου το πέρασα χωρίς εκείνους, γιατί δεν πόναγαν εκείνοι όταν μου έκαναν παρακέντηση). Αυτό το πρόβλημα υγείας, μου δημιούργησε περισσότερο άγχος και μου αύξησε τη νοσοφοβία, την ΙΨΔ και τη μικροβιοφοβία. Οι γονείς μου με άφησαν να πάω σε μια ιδιωτική σχολή για να σπουδάσω αυτό που ήθελα πάνω στα αυτοκίνητα. Επειδή άρχισα να κάνω γνωσιακή συμπεριφοριστική ψυχοθεραπεία για να αντιμετωπίσω το άγχος και συζητούσαμε το τι γινόταν μέσα στο σπίτι, η ψυχολόγος μου πρότεινε να ρωτήσω τη μητέρα μου για το τι εικόνα έχει για μένα. Φυσικά εγώ αυτό έκανα και η συζήτηση ήρθε στη δραματική σχολή, όπου μου είπε άλλα πράγματα για το γιατί δε με άφηναν από αυτά που έλεγε στο παρελθόν και όταν της είπα τι μου έλεγε τότε εκείνη μου έλεγε οτι δεν θυμάται να είπε κάτι τέτοιο. Η κατάσταση αυτή τη στιγμή δεν είναι πολύ καλή μέσα στο σπίτι. Έχω έντονο άγχος και φοβίες και το βλέπω ότι έχουν κουραστεί από αυτό. Η μητέρα μου λέει ότι μπορώ να τους τα λέω και ότι θέλουν να με βοηθήσουν, αλλά εγώ δεν θέλω. Μάλιστα, μου είπε ότι εκείνοι προσπαθούν να με προσεγγίσουν, αλλά ότι εγώ έχω υψώσει ένα τείχος και ότι δεν τους αφήνω και ότι τους κρατάω σε απόσταση, και μου έφερε ως παράδειγμα την αδερφή μου που της τα λέει όλα και μου λέει ότι η αδερφή μου την εμπιστεύεται ενώ εγώ όχι (αυτά μου τα λέει πολλές φορές). ΜΙα φορά δεν άντεξα και της είπα ότι εγώ δεν είμαι ίδια με την αδερφή μου και ότι μήπως φταίνε εκείνοι που εγώ εχω απομακρυνθεί. Τα πράγματα και με τον πατέρα μου δεν είναι καλα. Τσακωνόμαστε συνέχεια και βασικα ό,τι του λεω δεν το ακούει και κάνει πως δεν καταλαβαίνει, με αποτέλεσμα να κάνει τα δικά του. Για παράδειγμα, έχουμε δύο γατιά και πρέπει να κάνουν δίαιτα και ο πατέρας μου τους βάζει παραπάνω ενώ εγώ του έχω πει να μην το κάνει και συνέχεια μου φωνάζει και λέει πως είμαι αργόστροφη και πως δεν καταλαβαινω και πως είμαι αδιαφορη και μου λεει αυτο είναι το νόημα της ζωής σου, τα γατιά, δεν έχεις με κάτι άλλο να ασχοληθείς. Για να μην αναφέρω ότι λόγω της πανδημίας, ο πατέρας μου άρχισε να δουλεύει με τηλεργασία και πέρυσι είχαμε μόνο το λάπτοπ μου, καθώς αποφάσισε να πετάξει το σταθερό υπολογιστή επειδή δεν τον χρησιμοποιούσε. Εκεί να δείτε καβγάδες. Εγώ είχα διαδικτυακά μαθήματα και έχω δημιουργήσει μια ιστοσελίδα που γράφω. Περιττό να σας πω πως χρησιμοποιούσε τον υπολογιστή περισσότερο για το χόμπι του παρά για τη δουλειά του και όταν του το ζήταγα μου το άφηνε τελευταία στιγμή και καθυστερούσα να μπω στα μαθήματα. Μάλιστα, όταν του έλεγα να μου δώσει το λαπτοπ μου για να γράψω άρθρα, μου έλεγε πως δούλευει, πως η δουλεια του είναι πιο σημαντική από το σάιτ μου, πως η δουλειά του αποφέρει χρήματα στο σπίτι και γενικά υποτιμάει αυτό που κάνω για την ιστοσελίδα μου ακόμα και τώρα (έχει άποψη ακόμα και στο τι πρέπει να βάζω στην ιστοσελίδα μου). Όταν, ωστόσο, τους λέω για τη νοσοφοβία, ο πατέρας μου καμιά φορά μου μιλάει άσχημα και θυμώνει, ενώ η μητέρα μου συνέχεια το γυρνάει στο ότι πρέπει να βρω δουλειά. Ξέχασα να σας αναφέρω πως όταν έβλεπα μια ψυχίατρο, η μητέρα μου της τηλεφώνησε για να της πει ότι δε βγαίνω έξω και όταν ανέφερε η ψυχιατρος στη συνεδρια για τι δε βγαινω εξώ, εγώ αμέσως κατάλαβα ότι έχουν μιλήσει και μου το επιβεβαίωσε η αδερφη μου, όποτε είχα γίνει έξω φρενών με αυτό. Ακόμα και όταν έκανα γνωσιακή (τωρα έχω αλλαξει για ψυχαναλυση τους τελευταιους 4 μηνες), η μητερα μου μου ελεγε πως δε βλεπει καποια βελτιωση ως προς το αγχος και τις φοβιες. Τσακώθηκα πάλι προσφατα με τον πατερα μου για τη διατροφη των γατιων και μου ειπε να το σταματησω, πως θα κανει ο,τι θελει εκεινος και οτι αν εχω καταλαβει πως εξαιτιας των γατιων εχει χαλασει η σχεση μας και του ειπα αυθορμητα πως η σχεση μας ειναι ηδη χαλασμενη.