Originally Posted by
Aloha
Φοβάμαι τον θάνατο, όχι τόσο τον δικό μου αλλά των αγαπημένων μου προσώπων. Αυτή τη φοβία την έχω από μικρή. Θυμάμαι στο δημοτικό ότι έβλεπα εφιάλτες ότι θα πεθάνω και ξυπνούσα με λιγμούς. Μετά η φοβία εξαφανίστηκε. Όταν πήγα λύκειο πέθανε ο παππούς μου. Δεν έκλαψα καθόλου, ούτε στεναχωρήθηκα. Μετά από 8 μήνες με έπιασε η φοβία ότι θα συμβεί κάτι κακό και θα πεθάνουμε. Για παράδειγμα, έβλεπα στις ειδήσεις για αυτοκινητιστικά δυστυχήματα και όταν έμπαινα στο αυτοκίνητο έβαζα τη ζώνη ενώ ταυτόχρονα φοβόμουν ότι θα τρακάρουμε. Ακόμη θυμάμαι ότι κάθε νύχτα πήγαινα στο δωμάτιο των γονιών μου και έλεγχα αν αναπνέουν. Όταν ήμουν σίγουρη ότι είναι καλά, πήγαινα ήσυχη και κοιμόμουν.
Την επόμενη χρονιά πέθανε η γιαγιά μου. Σ' αυτήν έκλαψα όταν άκουσα την νοσοκόμα να λέει ότι είχε φύγει. Θυμάμαι εκείνο το βράδυ ότι έκλαιγα συνέχεια και δεν μπορούσα να κοιμηθώ. Ένοιωθα παντού την παρουσία της. Την επόμενη μέρα ήμουν μια χαρά. Μετά από έξι μήνες άρχισε η φοβία. Άκουγα τις καμπάνες να κτυπούν και φοβόμουν. Πάντα ρωτούσα ποιος πέθανε, αν ήταν νέος, αν είχε παιδιά μικρά. Άκουγα στην τηλεόραση για θανάτους και πάγωνα, δεν ένιωθα καλά. Το αποκορύφωμα ήρθε όταν πέθανε η μητέρα ενός συμμαθητή μου (το παιδί αυτό το ξέρω μόνο φατσικά). Αυτή ήταν πιστεύω η μεγαλύτερη μου κρίση. Όταν το έμαθα ένιωσα περίεργα. Μετά άκουγα τα διάφορα από την κηδεία και θυμάμαι ότι πήγαινα στις τουαλέτες και έκλαιγα. Στις επόμενες μέρες βίωνα το απόλυτο πένθος. Ξυπνούσα το πρωί και έκλαιγα. Άκουγα τους γονείς μου να τσακώνονται για ανούσια πράγματα και έκλαιγα. Όταν επέστρεφα από το σχολείο πιεζόμουν να φάω. Δεν είχα όρεξη για φαγητό. Ούτε σε αυτό έβρισκα νόημα. 'Ηταν η περίοδος των εξετάσεων για να περάσω σε κάποια σχολή. Πιεζόμουν να διαβάσω αλλά δεν έβρισκα ούτε σε αυτό ουσία. Σκεφτόμουν, είτε περάσω είτε όχι, δεν αλλάζει κάτι. Η μητέρα του είχε πεθάνει. Δεν πρόλαβε να τον δει να αποφοιτά. Δεν πρόλαβε να τον δει να παίρνει πτυχίο, να πηγαίνει στρατό. Σκεφτόμουν τον συμμαθητή μου ότι θα ήθελε να την κάνει περήφανη, αλλά δεν μπορεί. Μετά η φοβία έφυγε.
Και ήρθε μετά από δύο χρόνια. Είχε φύγει η συγκάτοικός μου και ήμουν μόνη στο σπίτι ενώ παράλληλα έπρεπε να διαβάσω για την εξεταστική. Δεν μπορούσα με τίποτα να συγκεντρωθώ. Σκεφτόμουν τους γονείς μου ότι κάποια μέρα θα πεθάνουν και θα μείνω μόνη. Ότι δεν θα το αντέξω γιατί είμαι αδύναμη. Σκεφτόμουν ότι μόνο αυτούς έχω στη ζωή μου. Μόνο αυτοί με αγαπάνε και με στηρίζουν. Ότι ήμασταν πάντα "εμείς". Και ότι αυτό το "εμείς" κάποτε θα τελειώσει. Τους έπαιρνα συνεχώς τηλέφωνο για να τους ακούσω και να τους πω ότι τους αγαπάω. Τις νύχτες η θλίψη κορυφωνόταν. Ένιωθα συνεχώς ένα έντονο πόνο στο στήθος και ξεσπούσα σε λιγμούς. Έκλαιγα συνεχώς και ένιωθα μόνη. Δεν έβρισκα νόημα σε τίποτα. Και μετά σκεφτόμουν τις ηλικίες. Ότι είμαι 20 και αυτοί φτάνουν τα 60 και έχουν γεράσει. Σκεφτόμουν ότι άλλοι έχουν εγγόνια στην ηλικία τους. Και ζήλευα. Ζήλευα όταν έβλεπα τους άλλους να έχουν νεαρούς γονείς. Ειδικά εάν έβλεπα κάποιον να έχει γονείς γύρω στα 40-50 ζήλευα απίστευτα. Σκεφτόμουν ότι αυτοί θα ζήσουν να δουν τα παιδιά τους να φτιάχνουν τη ζωή τους ενώ οι δικοί μου όχι.
Τώρα η φοβία έχει φύγει, δεν νιώθω τον πόνο, αλλά τα σκέφτομαι όλα αυτά. Δεν μπορώ να ελέγξω το μυαλό μου. Είμαι συνεχώς θλιμένη και κλαίω. Μόνο όταν βγαίνω έξω το ξεχνάω. Και τώρα που έχει φύγει και το σκέφτομαι μόνο, είναι καλά. Όταν έρχεται όμως δεν μπορώ με τίποτα να το καταπολεμήσω. Είναι λες και το βιώνει όλο μου το σώμα. Παιδιά τι πρόβλημα λέτε να έχω; Πιστεύετε πρέπει να πάω σε ψυχολόγο;