Δημιουργικότητα - μια χαρά που πηγάζει από μέσα μας
Δημιουργικότητα με μια φράση είναι οποιαδήποτε δραστηριότητα που γεννά κάτι το ποιοτικά νέο.
Ως δημιουργική ικανότητα χαρακτηρίζεται η ικανότητα ενός ατόμου να ανακαλύπτει νέες σχέσεις και να παρουσιάζει εύκολα νέες ιδέες και πρωτότυπες λύσεις για προβλήματα σε οποιονδήποτε τομέα της ζωής, δηλαδή όχι μόνο στην τέχνη (με την οποία άλλωστε είναι και συνηθέστερη η συσχέτιση), αλλά και στην τεχνική, την οικονομία και γενικά τον πολιτισμό.
Υπάρχουν διάφοροι τρόποι να ορίσει κανείς τη δημιουργική ικανότητα:
α) είναι εκείνο το είδος σκέψης που οδηγεί σε δημιουργικά προϊόντα, σε νέα, πρωτότυπα, μοναδικά ή ασυνήθιστα προϊόντα, που όμως είναι χρήσιμα για το άτομο ή την κοινωνία στην οποία ζει. Τέτοια είναι οι εφευρέσεις, οι θεωρίες, τα καλλιτεχνικά έργα, οι τεχνολογικές κατασκευές, οι νόμοι, οι ιατρικές ανακαλύψεις . Ακόμα και η αλλαγή στη διακόσμηση ή στον τρόπο ζωής είναι δημιουργικό προϊόν.
β) Με βάση τις γνωστικές διεργασίες, δημιουργική σκέψη ορίζεται ως η λύση προβλημάτων στα οποία δεν υπάρχει μόνο μια λύση, αλλά πολλές. Γι’ αυτό ονομάζεται και παραγωγική , αποκλίνουσα, αλλά και πλάγια σκέψη, με την έννοια ότι επιδιώκει έμμεσες λύσεις, αξιοποιώντας τα στοιχεία γύρω από το πρόβλημα κι όχι μόνο τα δεδομένα του προβλήματος, όπως κάνει η κάθετη σκέψη. Το χιούμορ, για παράδειγμα, πολλές φορές, είναι μια δημιουργική απάντηση σε μια συμβατική περίσταση
γ) Η δημιουργική σκέψη ως ικανότητα ορίζεται με βάση την επίδοση σε έργα που επιζητούν πρωτοτυπία, απόμακρους συνειρμούς και ασυνήθιστες ιδέες.
Η σύγχρονη παιδαγωγική διακρίνει δύο τρόπους σκέψης που καθορίζουν το είδος της δημιουργικής ικανότητας που θα αναπτυχθεί στον άνθρωπο. Η συγκλίνουσα σκέψη θεωρείται πως εργάζεται στο αριστερό ημισφαίριο του εγκεφάλου και είναι η σκέψη που αναλύει, ελέγχει, συμπεραίνει με βάση τη λογική, καταλήγει σε μια απάντηση. Οι περισσότερες εκπαιδευτικές δραστηριότητες στις οποίες συμμετέχουν τα παιδιά προάγουν την αναλυτική, λογική ή αλλιώς “συγκλίνουσα” σκέψη. Το δεξί ημισφαίριο είναι περισσότερο υπεύθυνο για τη δημιουργική ικανότητα, τον τρόπο σκέψης που “ερευνά, έχει περιέργεια, παίζει, αισθάνεται, φαντάζεται και αποκλίνει”. Η σκέψη αυτή που ονομάζεται και “αποκλίνουσα” βασίζεται στη φαντασία, οδηγεί στη δημιουργία νέων ιδεών, θεωριών, μεθόδων, προϊόντων και στην επίλυση προβλημάτων με πρωτότυπους τρόπους και πολλαπλές λύσεις. Οι δύο τρόποι σκέψης, όταν είναι ισόρροπα ανεπτυγμένες, επιτυγχάνουν τον μέγιστο βαθμό δημιουργικότητας και βοηθούν τον άνθρωπο να έχει μια αρμονική σχέση με τον εαυτό του.
Προσεγγίσεις της ψυχολογίας δίνουν απαντήσεις για το ερώτημα του τρόπου σκέψης που χαρακτηρίζει τα δημιουργικά άτομα.
Διάφοροι ατομικοί και περιβαλλοντικοί παράγοντες συναντούνται σε ανθρώπους που εξασκούν τη δημιουργική ικανότητα, πέρα από την ευφυία και το ταλέντο:
Οι ατομικοί παράγοντες που σχετίζονται με την ίδια τη γνωστική ικανότητα είναι ο αποκλίνων τρόπος σκέψης, η εξειδίκευση σε κάποιον συγκεκριμένο γνωστικό τομέα και η γνώση των αντίστοιχων ικανοτήτων που απαιτούνται. Παράγοντες σε σχέση με την προσωπικότητα είναι η δέσμευση στην ανάληψη καθηκόντων και η ικανότητα συγκέντρωσης, η ύπαρξη κινήτρων και παρότρυνσης, η ερευνητικότητα, η δεκτικότητα προς το καινούργιο, και η ανεκτικότητα προς το ασαφές και διφορούμενο.
Ερευνητές έχουν διαπιστώσει πως τα δημιουργικά άτομα είναι δεκτικά σε ερεθίσματα του περιβάλλοντος τα οποία άλλοι άνθρωποι ούτε καν θα πρόσεχαν. Η δεξιότητα αυτή έχει σχετιστεί με το χαμηλό βαθμό της «λανθάνουσας αναστολής» -η οποία αποτελεί και ιδιότητα των ζώων- να αγνοούν ασυνείδητα τα περιβαλλοντικά ερεθίσματα για τα οποία η πείρα έχει δείξει ότι δεν σχετίζονται με τις ανάγκες του. Τα άτομα με χαμηλή λανθάνουσα αναστολή λαμβάνουν υπόψη ερεθίσματα χωρίς χρηστική αξία, τα οποία δεν γίνονται συνειδητά αντιληπτά από άλλους ανθρώπους. Κατά μια έννοια ο τρόπος αντίληψης της πραγματικότητας επηρεάζει τη ποιότητα της δημιουργικής σκέψης. Χαρακτηριστική η φράση του Μιχαήλ Άγγελου ζωγράφου της Αναγγέννησης για τον τρόπο που προσλαμβάνει ένας καλλιτέχνης τον κόσμο “Είδα τον άγγελο μέσα στο μάρμαρο και το σμίλεψα μέχρι που τον απελευθέρωσα”.
Η δομημένη φαντασία θεωρείται άλλο ένα χαρακτηριστικό του δημιουργικού τρόπου σκέψης. Σύμφωνα με τη θεώρηση αυτή οι δομές που δημιουργούνται κατά την παραγωγική διαδικασία, αποδίδονται στην προηγούμενη γνώση των ατόμων. Κατ’ επέκταση, όταν οι άνθρωποι έρχονται αντιμέτωποι με προβλήματα, στα οποία καλούνται να χρησιμοποιήσουν τη φαντασία τους, τείνουν να παράγουν λύσεις – προϊόντα που είναι δομημένα σε ποικίλους τρόπους. Η επιλογή των καλύτερων δυνατών λύσεων γίνεται σύμφωνα με τη συσσωρευμένη γνώση που προυπάρχει. Η δεξιότητα αυτή είναι ανατροφοδοτούμενη καθώς τα άτομα χρησιμοποιούν και ενσωματώνουν στις νέες μορφές που προσλαμβάνουν από το περιβάλλον τις υπάρχουσες γνωστικές τους δομές και τα γνωστικά σχήματα που αφορούν τα προσωπικά τους βιώματα και απόψεις.
Όσον αφορά την έμπνευση, έχει φανεί πως είναι μια διαδικασία που πυροδοτείται από ένα σημασιολογούμενο ερέθισμα. Από εκεί και πέρα η έκλαμψη μιας ιδέας μπορεί να διαμορφωθεί από τη σύνδεση πραγμάτων που είναι φαινομενικά άσχετα μεταξύ τους.
Για το αν η δημιουργικότητα είναι έμφυτη ή καλλιεργείται, οι παιδαγωγικές θεωρήσεις εκτιμούν πως μπορεί να καλλιεργηθεί και μάλιστα, ο ρόλος του σχολείου και της εκπαίδευσης είναι βασικός φορέας προς αυτή τη κατεύθυνση. Έχει ειπωθεί πως “Όταν ο εγκέφαλος γεμίζει με διάφορες εικόνες, μνήμες, γνώσεις, τότε διευρύνεται η σκέψη. Παράγονται περισσότεροι και πιο γρήγοροι συνειρμοί όσο μεγαλύτερο απόθεμα εμπειριών διαθέτει κανείς“. Για να αναπτυχθεί η δημιουργική σκέψη χρειάζεται εξάσκηση του μυαλού με διάφορες τεχνικές (πχ.καταιγισμός ιδεών, αλλαγή του τρόπου οπτικής διαφόρων ερεθισμάτων, ανακάλυψη προβλημάτων όχι παρουσίαση, εύρεση πολλαπλών λύσεων) και ενθάρρυνση.
Είναι φαινόμενο σε άτομα που διαθέτουν αποθέματα συσσωρευμένης δημιουργικότητας, να δημιουργούνται προβλήματα συμπεριφοράς, όπως κάθε ενέργεια ύπο πίεση δεν βρίσκει τη σωστή διέξοδο. Πιθανά αίτια καταστολής της δημιουργικότητας είναι ο φόβος της αποτυχίας, η τάση για κοινωνική ομοιομορφία, η αποθάρρυνση της δημιουργικότητας μετά την ηλικία του δημοτικού σχολείου κ.α. Τα άτομα που υποφέρουν από καταπιεσμένη δημιουργικότητα, η οποία με κάποιο τρόπο κατεστάλη ή υπονομεύτηκε, συνηθέστερα παρουσιάζουν πλήξη, ανία, απαισιοδοξία ή μονοτονία.
Όπως αναφέρθηκε στην αρχή, η δημιουργική ικανότητα δε συνδέεται μόνο με τη τέχνη. Η τέχνη όμως διευκολύνει τη δημιουργικότητα. Η δημιουργία και οι τέχνες είναι έννοιες που συναντώνται σε διάφορες θεραπευτικές προσεγγίσεις. Μία πρόταση μιας εικαστικής θεραπεύτριας πάνω σε αυτό το ζήτημα είναι η εξής: “από τη μια μεριά το άτομο που δημιουργεί σα να κάνει μια υπέρβαση από τον εαυτό του. Πρόκειται για μια αίσθηση σα να λαμβάνει κανείς μέρος σε μια εμπειρία πιο οικουμενική από τις ιδιαίτερες συνθήκες της ζωής του. Από την άλλη, το υλικό από το οποίο φτιάχνεται το δημιούργημα είναι βαθιά προσωπικό, φέρνοντας έτσι το άτομο που δημιουργεί πιο κοντά στον εαυτό του. Η ενσωμάτωση είναι το αποτέλεσμα της συνάντησης του ‘προσωπικού’ και του ‘οικουμενικού’. Και βέβαια η δημιουργικότητα προσφέρει ευχαρίστηση. “
Η σχέση δημιουργικότητας και έκφρασης είναι έννοια που εμφανίζεται συχνά σε νεώτερες θεραπευτικές παρεμβάσεις όπως η δραματοθεραπεία, η μουσικοθεραπεία, η θεραπεία μέσω της φιλοσοφίας και του παραμυθιού, η εικαστική θεραπεία. Έχει φανεί πως σε ανάλογες ομάδες καλλιτεχνικής έκφρασης έχουν παρατηρηθεί σημαντικές ευεργετικές επιδράσης. Η συναισθηματική έκφραση μέσω των τεχνών και η ανάδυση αναγκών. Η απελευθέρωση του φαντασιακού κόσμου και η ενίσχυση της αυτογνωσίας μέσω του αποσυμβολισμού των έργων, εμπλουτίζουν την εμβάθυνση των ατόμων. Η ίδια η επιστήμη της ψυχοθεραπείας προσπαθεί να επιτύχει τους στόχους της με την υλοποίηση τέτοιων βιωματικών εμπειριών.
Εν κατακλείδι η δημιουργικότητα είναι μια έννοια που συνδέεται νοηματικά με πολλές έννοιες όπως: έμπνευση, φαντασία, επινοητικότητα, σύλληψη, εύρεση, έκφραση, λύση, παραγωγή, πρωτοτυπία, αυθεντικότητα.