Η μοναξια στις μέρες μας.
Δε ξέρω και από που να αρχίσω.
Μένω Αθήνα από το 2016 τα κατάφερα και ήρθα, παλεύω εδώ και χρόνια να απαλλαγώ από το σαράκι της ψυχής μου που φωνάζει «μοναξια» αλλά δε λέει να νικηθεί.
Από την άλλη οι άνθρωποι είναι δύσκολο είδος, πως να μπεις στη ζωή κάποιου όταν αυτός ο ένας έχει ήδη κάνει τον κύκλο του σε αυτή τη ζωή;
Ομόκεντροι κύκλοι;
Πως θα σε δεχτεί κάποιος στον κόσμο του όταν έχει ήδη κάνει τις παρέες του;
Δε μπορώ να πω πως δεν έχω φίλους, ήμουν τυχερός και έκανα, αλλά δεν είμαι από αυτούς που θα με σκεφτούν σε μία έξοδο, δε θα ειμαι από αυτούς που θα καλέσουν σπίτι για χαλαρό καφέ και πάει λέγοντας. Μια ζωή ο παρατρεχάμενος. Κι αυτό με κάνει να νιώθω ακόμα πιο μόνος. Λατρεύω κουτούκια με ρεμπέτικη μουσική, έντεχνη, σινεμά και θέατρα, χαλαρά ποτά σε ήρεμα μπαράκια, διασκεδάσεις που είχα βρει στα «μάτια»της σχέσης μου και που όταν με άφησε κατακρημνίστηκε ο κόσμος μου, πράγματα που κάναμε μαζί και που πλέον φαντάζουν άπιαστα.
Δε λέω πως θα έρθει κάποιος και θα μου λύσει το πρόβλημα μου, τώρα και με τον COVID το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο. Αλλά... πάντα αυτό το αλλά που θα με κρατάει ξύπνιο τα βραδια.
Με πιάνω να ζηλεύω. Ανθρώπους που τους αναζητούν οι φίλοι τους, που τους φωνάζουν κολλητούς, που κανονίζουν εκδρομές και ταξίδια.
Αυτό εγώ γιατί να μην το έχω;
Ξέρω ξέρω βγες έξω κάνε χόμπι, γυμναστική, βρες ενδιαφέροντα, είναι δικό σου πρόβλημα και κανεις δε θα σου δώσει τα εργαλεία στο χέρι αν δεν αρχίσεις μόνος να προσπαθείς. 32 χρόνια προσπάθειας μόνο και μόνο για να νιώθεις στο τέλος ακόμα πιο μόνος...
Ανθρωποι που δε ξέρουμε τι θέλουμε σε έναν κόσμο που μέρα με τη μέρα αλλάζει. Προσπαθώ να κάνω τη μοναξια μου εποικοδομητική αλλά ποσο πια; Κάθεται στη γωνία και παραμονεύει ποτε θα νιώσω ευάλωτος για να με τυλίξει και να με βυθίσει στο έρεβος.
Τυχεροί όσοι έχουν φίλους και έχουν βρει το άλλο τους μισό σε αυτό τον κόσμο.
Βγες έξω πήγαινε βόλτες, πήγαινε για κανα ποτό και θα γνωρίσεις κόσμο. Τι ωραίο να πηγαίνεις σαν το κούτσουρο κάπου για ένα ποτό ενώ γύρω σου όλοι έχουν κάποιον για να μιλήσουν, καταλήγεις να γυρνάς σπίτι χειρότερα απ’ ησουν.
Δε δίνουμε ευκαιρίες και βαριόμαστε εύκολα, δεν ανοίγουμε τον κύκλο μας σε νέους ανθρώπους κι έτσι μεγαλώνουμε μόνοι με ένα σωρό ζωα σε ένα διαμέρισμα που αντηχεί γαβγίσματα και νιαουρίσματα μέχρι το ύστατο χαίρε.
Μεγαλώνω και νιώθω μόνος. Φταιω εγώ; Φταίει η ζωή μου; Φταίνε οι άλλοι; Φταίει ο θεός που με μισεί; Κάποια στιγμή γονατίζεις και λες αρκετά. Ας έρθει και κάποιος να πλησιάσει εμένα.
Στο τέλος από τα πολλά χαστούκια τείνουμε να φοβόμαστε και τα απλά χάδια.
Μετά αναρωτιόμαστε:
Που φταιω;
Γιατί σε εμένα;
Τι λάθος έκανα;
Ερωτήματα που όχι μόνο προέρχονται από τη μοναξια αλλά σου προκαλούν και κατάθλιψη.
Χριστούγεννα και πρωτοχρονιά να τα περνάς μόνος, Πάσχα και ανάσταση το ίδιο, γιορτές πάλι μόνος, κάποια στιγμή πρέπει να σταματησω να νιώθω τόσο θλιμμένος και από την άλλη φοβάμαι και να προτείνω σε κάποιο ενδιαφέρον άτομο να πάμε για έναν καφέ μην και πάρω αρνητική απάντηση. Εκεί φτάσαμε να φοβάμαι και τον ίσκιο μου.
3 παρά η ώρα ξημερώματα στον Μαρτη μήνα και το καλοκαίρι πλησιάζει... θα έχω κάποιον άραγε φέτος;
Καλό ξημέρωμα.