Το κείμενο είναι λίγο δύσκολο καθώτι στοχεύει κάποιον/α τρίτο, χωρίς να αφήνει να φανεί.
Ο τρίτος, έχει την μανα του στο νοσοκομείο, και ο γράφων του κειμένου, το αναρτά σαν ψυχολογική υποστιριξη.
Το κείμενο το διαβασαν αρκετοί...εκτός απο το άτομο για το οποιο προοριζόταν....

----------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
Σκεφτόμουν μια μάνα σ΄ένα βιβλίο που είχα διαβάσει, αν θυμάμε καλά ημιτελής αυτοβιογραφία λέγονταν ο τίτλος, και το παιδί της, ένα απο το τέσσερα παιδιά που είχε τρία απο πρώτο γάμο και το σπόρο απο τον δεύτερο. Αυτή ήταν μια μάνα, που ένεκα συγκιριών, και τους πως αντιμετωπίζονταν προκατοχικά οι γυναικες, την ειχαν παντρέψει με το ζόρι, της εκανε τρία παιδιά ο κατά πολύ μεγαλύτερος και πλουσιος αντρας της, κοριτσακι εκεινη 15 χρονια διαφορά με την πρώτη της κόρη, και οταν τα παιδια ξεπετάχθηκαν , την αναγκασαν οι γεροντοκόρες αδερφές του να φύγει γιατί ηθελαν τα παιδιά για παιχνιδια, αλλα η μανα τους ηταν εμπόδιο..

Ετσι η μανα έχασε επαφή θέλωντας και μη με τα παιδιά της και χρόνια μετά έκανε και το στερνοπούλι της , καρπό μιας παιδικής της αγάπης, ταλαιπωρημένης μέσα στο χρόνο της κατοχικής και μετακαταοχικής Ελλάδας.

Ο μικρός μεγάλωνε, το πιθανότερο διαφορετικά απο τα συγχρονα μ αυτόν παιδια της ηλικίας του, γιατί τα με δυό τρόπους μπορείς να μεγαλώσεις το παιδί σου...ή κατα πώς μεγάλωσες ή ΄δίνωντας του όσα πήρες και όσα δεν πηρες..

Ο μικρός ξεκινησε απο...μικρός τη δουλειά, για να "ψηθεί" , γιατί τα παιδιά παλιά στα εφτά τους χρόνια δούλευαν, και χαιρονταν να ακούει το μπραβο. Συντομα λέξεις όπως λάσπη, μαδέρι, χαρμανι, γαιδούρα ,στραντζαριστο, μεγγενη , καβαλέτο, κολαουζα, δεν φανταζαν αγνωστες στ αυτιά του κιας μην ειχε συμπληρώσει τα δέκα του χρόνια..εξικοιωμενος και με τα ζώα, κοτες, κουνέλια, κατσικα, γουρούνι, που υπηρχαν στα σπίτια τότε , έμαθε να δουλεύει απο μικρός..

Στα δέκα του χρόνια, κλήθηκε να γίνει ο άντρας του σπιτιού, μιας και ο πατέρας του αρώστησε, εμπλεξε με τα νοσοκομεία, η μανα του θυμα κατοχής -που δεν πηρε ποτε αναπηρικη συνταξη...άτιμο μέσον...άτιμες κλαδικές..., βρέθηκε να ψήνετε μεσα στη ζωή και στις δυσκολίες της..

Ολα αυτά τα χρόνια μάζευε μέσα του, λέξεις και κουβέντες που το λεγαν, και κινήσεις και αισθήματα των ανθρώπων που έβλεπε γυρω του. Ολοι αυτοι οι ευτιχισμένοι ανθρωποι, που συμπαθουσαν την οικογένεια..που κάθε Σαββατοβραδο ερχονταν σπιτι και γελούσαν με την καρδια τους, και το κρασι και τα ψητα που εφτιαχνε ο πατέρας του, ολοι αυτοι χάθηκαν απότομα...

Η πρώτη αφελής ερώτηση που έκανε στη μάνα του ήταν...μαμά κολάει η αρώστεια του μπαμπά; Εκείνη δεν κατάλαβε στην αρχή, και του πε όχι...γιατί ρωτάς;

Mα που πηγαν όλοι, ο τάδε και οι δείνα..που έρχονταν τόσο καιρό ;

Γέλασε η μάνα, και το απάντησε με παριμοία..."Σου φαγα την κότα...σου χεσα την πόρτα" είπε στο μικρό..και εκείνος το κατάλαβε χρόνια μετά.

Απο τότε μάζεψε πολλές παροιμίες στη ζωή του, και συχνά μιλαγε μ αυτες, η μάνα του το πε πολλά, και κατάλαβε πολλά.

Δουλευε ...διαβαζε, και κάποια στιγμή στα δεκαοχτώ του χρόνια, μιας και ήταν και καλός μαθητής ξεκινησε να φιλοσοφεί. Είδε οτι ενα απο τα σημαντικά συστατικά για να πετυχεις στη ζωή λέγετε χρήμα. Δεν το χε..

Διαλεξε να σπουδάσει κάτι οικονομικό, να χει και οικοτροφείο, εφυγε στα 18 του για μια σχολή, αφηνωντας δυο γονείς πισω..

Πολλά του λεγε τότε η μάνα του, και μιας και ήταν και αγόρι το "γυναίκες κάνεις εκατό, αλλά καμια δε θα σ΄αγαπησει σαν τη μανα σου" το χε ακουσει πολλές φορές, όπως και το "θα φυγω και θα κλαίς με μάυρο δάκρυ", και πάντα αναρωτιόνταν πως να ναι αυτό το μαυρο δάκρυ, μιας και το δάκρυ δεν εχει χρώμα.

Δεν ειχε κλεισει τα 21 του και εφυγαν, πανω στη στιγμή της μοναξίας, ηθελε και αυτός μιας οικογένεια πάλι, να νιωσει ανθρωπος, τον βάλαν σ ενα σπιτι, παντρεύτηκε , καπελωθηκε υποκαταστατα γονέων που δεν ειχαν καμια σχέση με τους δικούς του, και κάποια χρόνια μετά κατάφερε να αναστήσει και τη μανα του, στο πρόσωπο της κορης του.

Ενα πράγμα δεν σταμάτησε μονο να κάνει...να φιλοσοφεί.

Κάθε μέρα που πέρναγε καταλάβαινε όλο και ποιό πολλά...οι σχέσεις των ανθρώπων είναι τυπικές και βασίζονται τελικά στο τι μπορείς να δώσεις και όχι στο ποιός εισαι και τι σκέφτεσαι, τι νιωθεις και τι θέλεις.

Πολλές φορές μιλαγε μόνος του, έχωντας μεγαλώσει κατ΄ουσία σα μοναχοπάιδι, ήταν η συνηθεια που έγινε λατρεία..

Ανέλησε τη ζωή μέσα απο τα μάτια του, και προσπαθώντας να μπεί στη θέση άλλων υποβάλωντας τον ψυχισμό του σε καταστάσεις που βίωναν άλλοι..

Εικόνες...εκει κατέληξε. Η ζωή είναι εικόνες. Οσες ποιο όμορφες μαζεύεις, τοσο ποιο ευτιχισμένος είσαι.

Ο καθένας μας γεννιεται και πεθαίνει μόνος του...γιατί οι δικοί του έφυγαν και τον αφησαν μόνο του, τους ηθελε ακόμα, ηθελε να δει τη φυσική εξέλιξη των γονιων του να γινονται παππουδες...και μετα. Η ζωή για κάθε ανθρωπο δεν μπαίνει στο αυλάκι της στα είκοσι του χρόνια, αλλά κρατάει πολύ ακομα.

Εζησε άλλα τόσα και κάτι παραπανω, και ακόμα σκέφτονταν προσπαθώντας να καταλάβει το τι ειναι ευτυχία, προσπαθωντας να την αποκτήσει, να γίνει καλυτερος. Αναρωτιονταν παμπολλες φορές αν εφταιγε αυτός, ή αν έτσι ήταν η μοιρα του.

Τελικά κατέληγε πάντα στο προσφηλές του..κάποια πράγματα στη ζωή ειναι τυχαία στατιστικά λάθη, και απόλυτη ελευθερία δεν υπάρχει γιατί τίποτα δεν ειναι της συνηδειτής μας επιλογής, απο τα βασικά συστατικά της ζωής μας..ακόμα και η γέννηση.

Παμπολες φορές σκέφτηκε τη μάνα του κατα κυριο λόγο και την ποιο περίεργη και μακάβρια αγκαλιά που δεν μπορεσε να την κάνει.

Ειχε σκληρυνει πολύ μέσα του, ή εδειχνε οτι ήταν σκληρός τελικά...άλλη μια μέρα φιλοσοφίας πέρναγε. Ηταν αρκετός ο καιρός που ειχε θαψει την ψυχή του βαθιά μέσα του, και πριν κάποιο καιρό την ξαναβρήκε. Ηταν κάπου στη μέση όμως, ανάμεσα σε δυό κόσμους, και πολλές φορές σκέφτονταν πολλά.Ζωή κλεμενη και κλέφτης δεν ήταν. Τυχαιο ή αλλη μια δοκιμασία αυτου που λέμε μοίρα. Πιστευε στη μοιρα και την δέχονταν, μιας και την μοιρα τους την φτιάχνουν οι ανθρωποι που δεν τους νοιαζει να πληγώσουν αλλους.Αυτο δε το κανε ποτέ. Εμαθε οτι ακομα και στα δυσκολα ή μαυρα, πάντα υπαρχει μια θετική πλευρά...μπορεις να περάσεις απο δυσκολες καταστάσεις και να βρεις ανθρώπους διπλα σου να σε στιριξουν, για αυτό που είσαι και νιωθεις και όχι για αυτα που μπορείς να δώσεις. Και αυτό ειναι μια ομορφη εικόνα, αρα και στα δυσκολα υπάρχει μια ομορφη εικόνα....αν υπαρξει, οταν υπαρχει μια ομορφη οικογένεια που δένεται.

Κατάλαβε οτι τότε αξίζει να χαμογελάς, ακόμα και στο ποιο δύσκολο.

Ηξερε τον πονο, και ηξερε οτι το δυκολοτερο πραγμα για το παιδι ειναι να βλέπει πως δεν ειναι καλα ο γονιος του. Τωρα ποιά ειχε δει αλλιως την αλλη πλευρά...οταν το παιδι δεν είναι μονο του κοι μοιράζεται...η εικόνα ειναι ομορφη τελικά.

Θυμηθηκε μέρες και ώρες μοναξιάς, κατάρα να θυμάσε ..δεκαενιά χρόνια του πηρε τελικά να κατάβει ποιό ειναι το μαυρο δάκρυ....της μοναξιάς

Να χαμογελάς...της ελεγε...να χαμογελάς, ακομα και στο δυσκολο ή στο μαυρο, εχει μια ομορφιά οταν εχεις διπλα σου ανθρώπους που σ αγαπουν, και τους εχεις για την ψυχή σου...

Α ρε μάνα......να χαμογελάς

Εκλεισε τα δυό βιβλία που εγραφε παραλληλα, και σηκωθηκε διαιρωτωμενος ποτε θα τελειωσει το ταξίδι του, προσπαθώντας να βρεί κάτι όμορφο για να χαμογελάσει, κιαν το βρεισκε καλώς...

Σκεφτηκε τη μανα του ποε χε αναστησει αλλά κι αυτό ζωή κλεμενη ήταν μεσα απ τα ματια της...

Οποτε της ξαναπε....να χαμογελας...έχεις γυρω σου.