Εάν θα προσπαθούσα να εντοπίσω τι είναι αυτό που με κάνει να μην απολαμβάνω την ζωή μου θα κατέληγα στο συμπέρασμα ότι είναι οι ελλήψεις μου. Η αίσθηση δηλαδή του ότι κάτι δεν έχω ή κάτι δεν είμαι. Και όταν κάτι δεν έχουμε, τότε μπαίνουμε στην διαδικασία ή να το αποκτήσουμε ή να το φθονούμε μήπως και ασχημήνει και πάψουμε πια να το θέλουμε αντιμετωπίζοντας έτσι μία ψευδαίσθηση με μία άλλη.

Ψευδαίσθηση όμως δεν είναι η αίσθηση της ατέλειας αλλά ή αίσθηση της τελειότητας που κάποτε υπήρχε και χάθηκε γι’ αυτό και ψάχνουμε απεγνωσμένα να την ξαναβρούμε.

Ο Σπινόζα λέει ότι «ο προσδιορισμός είναι άρνηση» και αυτό σημαίνει: ότι κι αν είσαι , ότι κι αν έχεις, πάντα κάτι δεν είσαι, πάντα κάτι δεν έχεις. Έτσι λοιπόν καθενός η ύπαρξη συγκροτείται με αναπόφευκτο συστατικό της κάποια έλλειψη και το να θέλει κάποιος να ζει χωρίς έλλειψη μπορεί να οδηγήσει σε ψυχική τραγωδία.

Για εμένα το στοίχημα δεν είναι η απόκτηση αυτού που δεν έχω αλλά το να πάψω να «τσιμπάω» όταν δεν έχω κάτι η όταν δεν είμαι κάτι. Δύσκολο, όμως γιατί είναι τόσο δύσκολο? Γιατί δίνουμε τεράστια σημασία σε αυτό που δεν είμαστε και όχι σε αυτό που είμαστε? Γιατί δεν μπορούμε εύκολα να συμβιβαστούμε με τον απαράβατο νόμο της ατελής φύσης μας? Και μην μου πείτε επειδή παντού γύρω μας βλέπουμε την τελειότητα.

Αλλά η τελειότητα κάποτε υπήρξε για όλους μας, τότε που σαν βρέφη η πρωταρχική αίσθηση του κόσμου ήταν ταυτισμένη με την μητρική παρουσία σαν ένα πλήρες αυτάρκες Όλον χωρίς καμία έλλειψη, και έξω από το Όλον τίποτα δεν είχε αξία. Στην πορεία το παιδί αποκτά συνείδηση του εαυτού του και νοιώθει την έλλειψη την οποία όμως αποδίδει σε φαντασιοσικές ερμηνείες ότι κάποιος άλλος του στερεί την απόλαυση την οποία κρατά για τον εαυτό του. Κάτι που ισχύει και όταν πάψουμε να είμαστε παιδιά. Η νοσταλγία για την χαμένη πληρότητα μας ακολουθεί μία ζωή καθώς επιδιώκουμε να την ξαναπάρουμε πίσω από αυτόν που μας την στέρησε με διάφορους τρόπους κάποιες φορές με την βία, κάποιες με την σαγήνη.
Ψάχνουμε απελπισμένα τον χαμένο παράδεισο που ωστόσο δεν είναι παρά ένα παιχνίδι του μυαλού μας. Η παραπάνω μυθοπλασία συνιστά την βασική πεποίθηση του έρωτα, των θρησκειών και άλλων φανατικών καταστάσεων μίσους και πάθους.

Ωστόσο η δύναμη που κάνει την συνήθη ψυχή του ανθρώπου να «τσιμπάει» είναι τεράστια τόσο ώστε χρειάστηκε να ποινοικοποιηθεί

«ουκ επιθυμήσεις πάντα όσα τω πλησίον σου εστί»



Ελεύθερη απόδοση από το βιβλίο του Νίκου Σιδέρη «Τα παιδιά δεν θέλουν ψυχολόγο. Γονείς θέλουν»