Πίστευα κι εγώ έντονα σε Παράδεισο και Κόλαση, "όπως τα φαντάζεται ο άνθρωπος" - όπως λες -, όταν πρωτοξεκίνησα τη ζωή... Με την πάροδο του χρόνου, όμως, και βιώνοντας ποικίλες καταστάσεις, άρχισα να βλέπω πιο σφαιρικά κάποια πράγματα. Δεδομένων των ανθρωπίνων συνθηκών και της πραγματικότητας με την οποία ήρθα αντιμέτωπος, δεν μου ήταν δύσκολο να καταλάβω ότι το δόγμα περί αιωνίου Κολάσεως από κάπου "μπάζει"! Ακόμα και το επιχείρημα περί ελεύθερης βούλησης, αν και μπορεί να εξηγήσει κάποιες περιπτώσεις αφήνει και μετέωρες κάποιες άλλες... Φυσικά και ο Θεός δεν αναγκάζει κανέναν να Τον αγαπήσει με το ζόρι. Τι γίνεται όμως με αυτούς που για τον Α ή Β λόγο δε μπόρεσαν να ανταποκριθούν και να συναντήσουν το Θεό, όπως πραγματικά είναι, από αυτή τη ζωή; Πώς θα κριθούν; Ή που για τον χ, ψ λόγο στρέφονται στο έγκλημα για να επιβιώσουν ή έχουν βιώσει καταστάσεις όπως αυτές που περιγράφει το άρθρο πιο πάνω; Τι περιθώρια ελευθερίας βούλησης έχουνε;
Προσωπικά, σε αυτό το ζήτημα, με εκφράζουν οι απόψεις που εκθέτονται στο βιβλίο του Μητροπολίτη Ιλαρίωνος Αλφέγιεφ, "
Το Μυστήριο της Πίστης- Εισαγωγή στην Ορθόδοξη θεολογία" (https://www.politeianet.gr/books/978...-pistis-202927) :
Στο κεφάλαιο 'Η ζωή του μέλλοντος αιώνος- Άδης', μετά την αναφορά στην τελική κρίση, λέει τα εξής:
"
Επαναλαμβάνοντας τον Γρηγόριο Νύσσης, ο όσιος Ισαάκ ο Σύρος έγραφε ότι πολλοί άνθρωποι θα εισέλθουν στη Βασιλεία των Ουρανών χωρίς πείρα της γέεννας. Όσον αφορά εκείνους, οι οποίοι βρίσκονται στη γέεννα, και για αυτούς το εκεί μαρτύριο δεν θα είναι αιώνιο.
Παράλληλα
ο όσιος Ισαάκ τόνιζε ότι, αν ο θάνατος και η αμαρτία κάποτε καταργηθούν διά παντός, το τέλος της γέενας μάς είναι άγνωστο. Η αμαρτία, η γέενα και ο θάνατος δεν υπάρχουν καθόλου στο Θεό, διότι είναι ενέργειες και όχι ουσίες. Η αμαρτία είναι καρπός της ελεύθερης βούλησης. Υπήρχε εποχή, κατά την οποία η αμαρτία δεν υπήρχε και θα έρθει εποχή, κατά την οποία θα πάψει να υπάρχει. Η γέενα είναι καρπός της αμαρτίας. Κάποια στιγμή άρχισε να υπάρχει, αλλά το τέλος της είναι άγνωστο... Ο θάνατος θα κυριαρχεί μόνο για μία σύντομη περίοδο επί της φύσεως, έπειτα θα καταργηθεί πλήρως.
Επομένως,
το τέλος της γέενας παραμένει μυστήριο, απροσπέλαστο στον ανθρώπινο νου. Όχι τυχαία η Εκκλησία τον 6ο αιώνα καταδίκασε τη διδασκαλία του Ωριγένη περί της Αποκαταστάσεως, εννοουμένης ως επιστροφής όλων των ψυχών στην κατάσταση των πρωτοπλάστων μετά τη λήξη των πρόσκαιρων βασάνων των αμαρτωλών στον Άδη και την ένωση όλων υπό την κεφαλή, τον Χριστό. Η εσχατολογία του Ωριγένη καταδικάστηκε επίσης, διότι κάποια στοιχεία της, δανεισμένα από τον πλατωνισμό, πολύ ξεκάθαρα αντιτίθεντο στην Αγία Γραφή: σε αυτά ανήκει, ιδιαιτέρως, η διδασκαλία περί της μετοικεσίας των ψυχών.
Απορρίπτοντας τον ωριγενισμό, όμως, η Εκκλησία δεν απέρριψε την ελπίδα για τη σωτηρία όλων των ανθρώπων και την πίστη στη δυνατότητα της κοινής σωτηρίας, οι οποίες προβάλλουν από τη λειτουργική και μυστική εμπειρία της Εκκλησίας. Αυτή η ελπίδα και η πίστη απεικονίζονται και στα γραπτά ορισμένων Πατέρων, στον αριθμό των οποίων, εκτός από τους προαναφερθέντες Γρηγόριο Νύσσης και Ισαάκ Σύρο, πρέπει να συγκαταλέξουμε επίσης τον όσιο Ιωάννη της Κλίμακος, ο οποίος θεωρούσε ότι 'όλοι να γίνουν απαθείς δεν είναι δυνατόν, δεν είναι αδύνατο όμως όλοι να σωθούν και να συνδιαλλαγούν με το Θεό'..."
" Κάποτε στον όσιο Σιλουανό ήρθε κάποιος ερημίτης μοναχός ο οποίος έλεγε: ο Θεός θα τιμωρήσει όλους τους άθεους. Θα καίγονται στο πυρ το αιώνιο. Στον ερημίτη αυτή η ιδέα προκαλούσε φανερή ικανοποίηση. Όμως ο γέρων Σιλουανός απάντησε με ψυχική ταραχή: Πες μου όμως, σε παρακαλώ: αν σε βάλουν στον παράδεισο και δεις από εκεί πως κάποιος καίγεται στις φλόγες του Άδη, θα μπορούσες τάχα να έχεις ανάπαυση; - Μα τι να κάνεις; Αυτοί οι ίδιοι φταίνε, απάντησε ο ερημίτης. Τότε ο γέροντας είπε με θλίψη: Η αγάπη δεν μπορεί να το υποφέρει..... πρέπει να προσευχόμαστε για όλους"...........
Αυτή πιστεύω πως πρέπει να είναι η στάση κάθε σωστού χριστιανού. Ο καλός χριστιανός δεν κάθεται να ασχολείται με τους άλλους και να τους "στέλνει" , μέσα στο μυαλό του, στην Κόλαση ή στον Παράδεισο αλλά θέλει και προσεύχεται όλοι να σωθούν. Γιατί; Από αγάπη πρώτα απ' όλα και από βαθιά συναίσθηση της αμαρτωλότητας και της ατέλειάς του. Γιατί δεν ξέρει ο διπλανός που αμάρτησε σε τι συνθήκες έζησε και αν ζούσε ο ίδιος σε παρόμοιες συνθήκες τι θα ήταν ικανός να πράξει....